ΜΑΝΟΛΗΣ ΠΡΑΤΙΚΑΚΗΣ, Ο ΨΙΘΥΡΟΣ ΤΟΥ ΤΑΟ, Η ΕΞΩΣΗ / ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΑΚΙΡΑΚΗΣ ΚΡΗΣ, ΑΥΤΟΣ Ο ΑΝΕΜΟΣ, ΣΤΗ ΜΑΡΙΑ ΤΗΣ ΖΑΚΥΘΟΣ (AMOROSA) / ΧΡΗΣΤΟΣ ΜΠΟΥΛΩΤΗΣ, ΣΥΓΓΡΑΦΕΑΣ ΠΡΟΣ ΠΑΡΙΑ, ΗΣΟΥΝ ΚΙ ΕΣΥ ΕΚΕΙ, ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΡΙΩΝ ΗΧΩΝ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 9:51 μ.μ.

0

Μανόλης Πρατικάκης

Ο ψίθυρος του Ταό

Ο άνεμος συνομιλεί στις φυλλωσιές. Ζώα λάμπουν
στο υγρό σκοτάδι, αγαθά ένστικτα
μας στέλνουν από κει το ασήμι τους.
Κάτω απ' το πεύκο ακούω
         του ανέμου τον ψίθυρο:
η περιττή ευφράδεια είναι τραύλισμα
Μην τρέχεις. μην πράττεις. Άφησε το θολό νερό
να καταλαγιάσει και να γίνει διάφανο.
 Ο σκίουρος είναι μαλακός. είναι αυτοκράτορας 
γιατί δεν έχει προκαταλήψεις.
Ο σοφός νους είναι σαν το νερό: παίρνει
τις πιο χαμηλές θέσεις που οι άλλοι αποφεύγουν,
κι όμως γεμίζει πρώτος τα χάσματα.
Άκουσα ακόμα: άμα δεν έχεις πάθος,
θα κλοτσάει το σκαρί. Θα τραυλίζουν
οι αρμοί και τα ξύλα, αν ο νους σου δεν έχει
του Ωκεανού τους τρόπους. 

Για να βγει άξια μουσική, ο φλογέρα οφείλει
να 'ναι το λαρύγγι που προεξέχει.

*


Η έξωση

Σας μιλώ όπως πάντα φευγάτος. Σας κοιτώ
όπως κοιτάνε τα χώματα μέσα απ’ τα μάτια των δέντρων.
Ακούω τις ασπρόμαυρες φωνές σας.
Και τι πιστά που παίζετε μέσα στην κίνηση τους ζωντανούς.
Τις κακόφημες ώρες περνώ απ’ το μπαρ. Βοσκάω
τα χτυπημένα ελάφια. Φορώ φθαρμένα ρούχα και
καπνίζω. Δεν άλλαξα, βλέπετε, συνήθειες όπως κι εσείς.
Μετά την έξωση μονάχα άλλαξα υπόγειο.
Κάτι ανεπαίσθητο σαν ανάλαφρη ψύχρα.
Ύπτιος τώρα, με απαλές κινήσεις, ανεβαίνω, κάτω
απ’ την επιφάνεια και τρώγω τις αγαπημένες μου
αγκινάρες από τη ρίζα.

 ___


Γιώργος Τσακιράκης Κρης

Αυτός ο άνεμος

Αυτός ο άνεμος τα χαλάει όλα.
Δεν μπορώ να σταυρώσω τα
χέρια μου και να πω: Α, ωραία
είναι εδώ! Θα θαυμάσω
κάθε τοπίο. Πώς μπορείς
να το κάνεις αυτό με δυο
χέρια που γίνονται κι αυτά
άνεμος∙ πώς θα ξαναφτιάξεις
- και πότε – τις αρθρώσεις∙ πώς
θα ξαναβάλεις τα νύχια στη θέση
τους∙ το μεγάλο στο μεγάλο
δάχτυλο και το μικρό στο μικρό
- και ποιο είναι, θεέ μου, το
δεξί και ποιο το αριστερό! Τα
πάντα εν σοφία δε μπορείς
να ποιήσεις, έτσι ατζαμής
και άτσαλος. Γαλήνεψε,
Κύριε∙ δεν διακυβεύω τη
σοφία σου. Θ’ αφήσω
τα χέρια μου ελεύθερα
να σ’ ακολουθούν ακόμα
κι εκεί που ποθείς κι εσύ
διακαώς να πας. Αλλά ο
Παράδεισος είναι ήδη χαμένος.

*

Στη Μαρία της Ζάκυθος
(amoroza)

Η Αφροδίτη έπαιζε κάποτε μαζί μου
σε δροσερές πηγές∙ μα θνητή εγώ κι η
άλλη όχθη με περίμενε∙ κι η θεά
η ζηλόφθονη τον εαυτό της μόνο
κρατούσε ανάλλαχτο. Όμως, μύθος όλα
κι η ίδια η Κύπριδα. Αλλά εγώ –
έστω και λυπημένη – στις παρυφές του
Αγίου κρατώντας το σένιο, αληθινά
έζησα. Τα επίγεια τώρα πρέπει πρώτα
να τελειώσω κι ύστερα, του καραβιού μου
το σημάδι κι άνθη Φυλλίδας θα δέσουν
πάνω στα φύλλα μου. Θ’ αφήσω, με την
παλιά καλοσύνη, κάθε κακία για
τ’ ανθρώπινα∙ κι ούτε που το ’ξερα
πως θα ονειρευόμουν αναθήματα.

___


Χρήστος Μπουλώτης 

Συγγραφέας προς παρία

Στην ιστορία εισέβαλες αιφνίδια in medias res
κι ούτε που σ' είχα υπολογίσει. Με εμφανή την 
πρόθεσή σου να με υπονομεύσεις, πήρες ν' αλλάξεις
την πλοκή, τους φωτισμούς, την υπόγεια τοπο-
γραφία της πόλης, μέχρι και τα σημεία στίξεως.

Η δι-εκδικητική αυτή αυθαιρεσία σου
θα τρόμαζε μελλοντικούς αναγνώστες.

Επιστρατεύοντας θεούς και δαίμονες,
τις τεχνικές μου όλες,
πρόλαβα να σε πετάξω έξω απ' το παιχνίδι
μ' έναν άθλιο θάνατο σε ημιφωτισμένη παράγραφο
κακόφημου ενός δρόμου. Όπως σου άξιζε άλλωστε.
Μόνο γι' αυτό το τέλος σου θα σε θυμούνται ίσως
κάποιοι.

Με τρώει όμως η αμφιβολία αν ο θάνατος
που σου έδωσα ήταν πράγματι αμετάκλητος βαθιά.

Και να 'μαι τώρα μ' ένα κομμάτι φόβο
ξεροκόμματο ανάμεσα στα δόντια
μήπως ξαναεμφανιστείς
να διεκδικήσεις μια ιστορία
απ' την αρχή, πετάζοντας εμένα ανελέητα
απ' το παιχνίδι.

*

Ήσουν κι εσύ εκεί

Με αδέξια μια κίνηση
θρύψαλα η μποτίλια στα πλακάκια
κι ούτε σταγόνα χύθηκε.
ήσουν εσύ εκεί γι' αυτό, μετέωρη μέσα στο θαύμα
που κράτησε ανέπαφο
το γυάλινο σχήμα του κρασιού.

Πού τέτοια τώρα;... Βάλθηκε ο χρόνος να μας στέψει
μόνους
μονάχους
μονομάχους
καθώς έλεγε ο Παύλος Κ., Μακεδόνας φίλος
κι αυτόπτης μάρτυρας σ' εκείνο το συμβάν.