ΙΣΠΑΝΙΑ, FEDERICO GARCIA LORCA..., ΤΑΞΙΔΕΥΟΝΤΑΣ ΣΤΟΝ ΚΟΣΜΟ...ΠΟΙΗΤΙΚΑ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 6:29 μ.μ.

0

Ισπανία, Federico Garcia Lorca- Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (1898-1936)

Ο F. G. Lorca - στενός φίλος της ζωής και των άλλων καημών, όπως του έρωτα και του θανάτου – γεννήθηκε στην Ανδαλουσία του θρήνου στις 5 Ιουνίου 1898. Εκτελέστηκε στη Γρανάδα στις 19 Αυγούστου του 1936.
Μέσα σ’ ένα διαβρωμένο κοινωνικοπολιτικό πλαίσιο με βαθμιαία καθίζηση, που άρχισε από το 1898, στην Ισπανία η πολιτισμική καμπύλη-αντίθετα- φθάνει σε σημείο ακμής τέτοιο, που να μπορεί να συγκριθεί με το Χρυσό Αιώνα της χώρας στα γράμματα.
Τη γενιά του ’98 διαδέχεται η γενιά του ’27, που ακεραιώνεται με τους Lorca, Vicente Aleixandre, Pedro Salinas, Luis Cernuda, Rafael Alberti, Jorge Guillen, Gerardo Diego, Damaso Alonso.
Λαϊκά στοιχεία της παραδοσιακής ποίησης και θαρραλέες μεταφορές είναι οι κύριοι χαρακτηρισμοί που μπορούν να αποδοθούν σ’ ολόκληρο το κατορθωμένο έργο του.
Jose Ramon Irigoyen

*
Ποίηση και ποιητικές σταγόνες από μαραμένο ρόδο.

Απ' τη ΓΕΡΜΑ του F. G. L. (πρώτη παρουσίαση-το Δεκέμβρη- του 1934, στο Teatro Espanol της Μαδρίτης)

Η ΓΕΡΜΑ(σαν μέσα σε όνειρο)
........................................
Κι όμως θα ’ρθεις αγάπη μου, μωρό μου,
όπως η θάλασσα έχει αλάτι και καρπούς η γη,
και της γυναίκας η κοιλιά φυλάει ζεστά παιδιά,
όπως τα σύννεφα κρατάνε τη γλυκιά μορφή.
…………………………….....
Έχει στα ουράνια κήπους
με γελαστά τριαντάφυλλα,
και μέσα στα λογιώ λογιώ,
το Ρόδο το θαματουργό.
Μοιάζει μ’ αχτίδα της αυγής
και το φυλά ένας άγγελος
που ’χει φτερά σαν θύελλες
και μάτια σαν καημούς.
Στα πέταλά του ολόγυρα,
ρυάκια μ’ άσπρο γάλα,
βρέχουνε παιχνιδίζοντας
τα κοιμισμένα τ’ άστρα.
Θε μου, το ρόδο σου άνοιξε
στην άγονή μου σάρκα!

ΠΡΟΣΚΥΝΗΤΡΑ

Θε μου, τη λαύρα δρόσισε
που καίει τα μάγουλά της.

ΓΕΡΜΑ

Εισάκουσόν μου, Κύριε
και στη νεκρή μου σάρκα
τ’ άγιο το ρόδο σου άνοιξε,
κι ας έχει χίλια αγκάθια!
..........................................

ΠΑΙΔΙ

Κι ύστερ’ η νύχτα απλώθηκε.
Αχ! και τι νύχτα ήταν αυτή!
Για κοίτα πώς σκοτείνιασαν
οι καταρράχτες στο βουνό!

ΑΡΣΕΝΙΚΟΣ

Αχ! τι άσπρη και θλιμμένη,
που ’ναι η παντρεμένη!
Αχ! πώς στενάζει μέσα στα κλαδιά!
Μα θε να γίνει παπαρούνα και γαρίφαλο,
μόλις την κάπα του απλώσει ο άντρας.
.........................................
Σαν έρθεις στο προσκύνημα
για να σ’ ανθίσει ο κόρφος,
μη βάλεις πέπλο ολόμαυρο,
μα γιορτερό φουστάνι.
Σύρε μονάχη πίσω απ’ τα χαλάσματα
κει π’ αγκαλιάζουνται οι πυκνές συκιές,
και κράτα το καμπίσιο σώμα μου
ώσπου ν’ ασπρίσει της αυγής το κλάμα.
Αχ! πώς φλογίζεται!
Αχ! πώς φλογίστηκε!
Αχ! πώς τραντάζεται η παντρεμένη!

ΘΗΛΥΚΙΑ

Αχ! ας της βάλει ο έρωτας
ανθούς και μαγιοστέφανα
κι ας καρφωθούν στο στήθος της
ολόχρυσες σαϊτες!

ΑΡΣΕΝΙΚΟΣ

Εφτά φορές εβόγγηξε
κι εννιά φορές πετάχτη
κ’ είκοσι σμίξαν γιασεμιά μαζί με πορτοκάλια!
……………..........................

ΠΑΙΔΙ

Χτύπα τη με τον άνεμο!
Χτύπα με το κλωνάρι!

ΑΡΣΕΝΙΚΟΣ

Δέτε τη φλόγα π’ άναψε
σε κείνη που λουζόταν!

ΑΝΤΡΑΣ

Λυγίζει σαν την καλαμιά.

ΘΗΛΥΚΙΑ

Και σαν λουλούδι γέρνει.

ΑΝΤΡΑΣ

Να τραβηχτούν οι κοπελιές!
……………………...................
Ν’ ανάψει πύρινος χορός
και το κορμί να λάμψει
της ξαγνισμένης της κυράς!

ΧΟΡΟΣ

Έχει στα ουράνια κήπους
με γελαστά τριαντάφυλλα,
και, μέσα στα λογιώ λογιώ,
το Ρόδο το θαυματουργό.

μετάφραση, Αλέξης Σολωμός

*
Η ποίηση και το θέατρο του Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα ανοίγουν μια μυστική θέα, όπου φανερώνεται η λειτουργία του έρωτα και του θανάτου. Σαν ποιητής πιστεύει στις μεταμορφώσεις των πραγμάτων και στις ανεξάντλητες προσωποποιήσεις της Φύσης. Το ρόδο της Δόνα Ροζίτα, η roza mutabilis, είναι το κέντρο του λορκικού ποιητικού κύκλου που συνοψίζει αυτές τις μεταμορφώσεις. Και ο ίδιος ο ποιητής χαρακτήριζε τον εαυτό του «στενό φίλο των ρόδων». Ένας μακρινός ορφικός απόηχος, αλληγορική αποκρυπτογράφηση της μοίρας, ακούγεται στο τραγούδι:

Έχει στα ουράνια κήπους
με γελαστά τριαντάφυλλα
και, μέσα στα λογιώ λογιώ
το Ρόδο το θαυματουργό.

Η λαϊκή ψυχή στάθηκε για το Λόρκα η πυξίδα της ποιητικής του. Γιατί τα όρια της φαντασίας του λαού είναι ανεξερεύνητα και μέσα σ’ αυτά ο ποιητής δημιουργεί γλώσσα όχι με νέες λέξεις, αλλά με τρόπους της σκέψης και με εικόνες.
Βαγγέλης Ροζακέας