Νίκος
Καζαντζάκης
Από
τον «Οδυσσέα»
…
Δυο μήνες πάνε πια στης πλούσιας Πύλος
τ’
αμμουδερά ακρογιάλια που περνούσα∙
νοτιάς
φυσούσε, ξέσπασεν η μπόρα
κι
από τα μαύρα νέφελα χυνόταν
βαρειά
νεροποντή – κι ολούθε ο μέγας
μας
τρογυρνούσε κεραυνός του Δία…
Στο
φως μιας αστραπής βιγλίζω αναπάντεχα
στη
μέση του πελάγου το Δυσσέα
γαλήνιος
να κρατάη σφιχτά το δοιάκι,
κατάματα
στυλώνοντας τη μπόρα!
«-
Δυσσέα!, του κράζω, «πας για την πατρίδα;..
πια
μες στης θεάς την κλίνη δε χωρούσες;»
Μ’
αυτός, με το τιμόνι στην παλάμη
και
τ’ αρμυρά δαγκάνοντας μουστάκια,
τήραε
μπροστά, σκυφτός, και δεν εστράφη.
***
Νίκος
Καλλέργης
Τα γυμνά σώματα
XIV
Προσευχήθηκα
εις την θεότητα,
την
ανύπαρκτον,
και
εζήτησα εις την τελείωσιν
την
γραμμήν του πάθους
και
την έξαρσιν
από
της εξαϋλώσεως
εις
την διάρκειαν.
Αλλ’
ανύπαρκτος η διάρκεια
και
αθέατος∙
και
η πίστις: ο ατέλευτος κύκλος
χωρίς
την απάντησιν…
XXXXI
Δεν
είχεν ανθίσει ο μικρός κλώνος
και
τον ερωτεύθην!
Έτσι,
ως γυμνόν μικρόν ξύλον!..
Επί
πόσον παρέμεινα αθέατος
εραστής
του;
Και
η ωριμότης έφθασε
και
εγέμισεν άνθη
ο γυμνός κλώνος –
κλήσις δια την αιωνιότητα.
***
Γιώργος Τσακιράκης Κρης
Όρκοι
νερού βαθέος
(σε μια γυναίκα που ανα-βίωνε μόνη)
Αισθανόταν
υπέροχα μόνη
χαμογελώντας
το «αμήν» και το
«αλληλούια»
με μονόλογες παραισθήσεις,
μέσα
σε καταιγισμό προσωπικών θαυμάτων.
Και
ζούσε από καιρό στα μονοπάτια
που
διέρχονται οι απόντες, με το λευκό της
επίγειο
λησμονημένο,
αντεπιστέλλουσα
σύζυγος ενός θεού
με
ανεπίδοτες απαντήσεις και ερωτήματα.
Ήταν
αθώα η αλήθεια ή η πεπεισμένη της
παραπλάνηση,
που μέσα της υποσχόταν
και
αναζητούσε ατέλειωτες αναβαπτίσεις
στις όχθες μακρινών ποταμών, με
όρκους
νερού βαθέος.
Μια
Ελένη της αφοσίωσης σε διαλόγους μοίρας
με
την αμφιδρομία της σωτηρίας και της
απώλειας
στο σταυροδρόμι δυο (κι ενός ακόμα
αμνημόνευτου)
ποιητών και του ξεγελασμένου
αιώνιου.
Με
πλήθος παλαιών χιτώνων ωραία,
οδηγούσε
ακέραιη την ολόκορμη σκυφτή της
υπερηφάνεια,
εξακοντίζοντας ρομφαίες
για
μικροάγγελους και μικροδαίμονες
σε
διχασμένα πλέγματα ουράνιων ορίων.
Ελένη
των τεσσάρων κοινών μας ανέμων,
στους
ιερωμένους σου κήπους υπάρχουν τουλάχιστο
κέρινα
αλωνάκια τίμια αγωνιζόμενων
αλλά
μονόκοσμων στοχασμών, με τα
μειδιώντα
σου βήματα μετέωρα μπρος
στις
παρυφές των ίσως ανερχόμενων λόφων.