ΑΛΒΙΟΣ ΤΙΒΟΥΛΛΟΣ, ΠΡΩΤΟ ΒΙΒΛΙΟ, ΕΛΕΓΕΙΑ ΤΡΙΤΗ..., ΟΨΕΙΣ ΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΑΙΩΝΩΝ
Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in ΟΨΕΙΣ ΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΑΙΩΝΩΝ | Posted on 12:04 μ.μ.
0
ΑΛΒΙΟΣ ΤΙΒΟΥΛΛΟΣ, ALBIUS TIBULLUS ( 54;- 19 ή 18 π.Χ.).
Γεννήθηκε το πιο πιθανό στην Peda (σημ. Gallicano)
Ελεγεία τρίτη του πρώτου βιβλίου, αποσπάσματα
«Απελπισία, εγκαρτέρηση, ελπίδα, ιδού οι τρεις φάσεις της ελεγείας…Ποίηση πολύ ανθρώπινη, μ’ αυτή τη συνεχή ανησυχία που διασχίζει το πάθος της ζωής…Ποίηση σχεδόν σύγχρονη με μουσικούς ρυθμούς θαυμάσιους, με μια αρχιτεκτονική που μερικοί θεωρούν χαλαρή, μα που δεν είναι παρά αυθορμητισμός μιας, συνεχώς, δονούμενης καρδιάς…Αλλά ποια ήταν η Δηλία; Ο Απουλήιος μας πληροφορεί ότι στην πραγματικότητα ονομαζόταν Plania. Ο Τίβουλλος ίσως δανείστηκε το πλαστό αυτό όνομα «Δηλία» από τον Απολλώνιο μυθικό κύκλο. Ο ποιητής συνήθως χρησιμοποιεί τη λέξη «coniunx». Από τη λέξη αυτή συμπεραίνει κανείς ότι ήταν παντρεμένη. Οι ελεγείες του Τίβουλλου την παρουσιάζουν να ζει τη ζωή των απελεύθερων γυναικών, που η ανάγκη της χλιδής και των απολαύσεων τις οδηγούν σε πλούσιους «προστάτες». Γενικά: μια γυναίκα ελαφρά, με αδύνατο χαρακτήρα, ασφαλώς ανάξια του ποιητή. Και είναι πολύ συγκινητικό το θέαμα ενός ποιητή που σύρεται από τις φαντασιώσεις της καρδιάς του, ενώ η πραγματικότητα είναι πενιχρή».
Max Ponschont
*
Είμαστε στο 29 π.Χ. Ο Μεσσάλας, ο στρατηγός και προστάτης του Τιβούλλου, ετοιμάζεται να εκστρατεύσει στην Ελλάδα. Ύστερα από πίεση, ο ποιητής υποχωρεί και αποφασίζει να συνοδεύσει τον προστάτη του. Καθ’ οδόν όμως αρρωσταίνει. Και παραμένει στην Κέρκυρα σε άθλια κατάσταση. Εκεί, κάτω από την επήρεια σκοτεινών συναισθημάτων, γράφει την ελεγεία αυτή, μια από τις ωραιότερες, που είχε ποτέ γράψει.
(στη Λατινική καταχωρούνται-ενδεικτικά και πλήρεις- οι πρώτοι δεκατέσσερις στίχοι της ελεγείας, Γ.Τ.).
Ibitis Aegaeas sine me, Messala, per undas,
o utinam memores ipse cohorsque mei!
Me tenet ignotis aegrumPhaeacia terries.
Abstineas auidas, Mors, modo, nigra, manus;
abstineas, Mors atra, precor: non hic mihi mater
quae legat in maestos ossa perusta sinus,
non soror, Assyrios cineri quae dedat odors
et fleat effuses ante sepulcra comis,
Delia non usquam, quae, me cum mitteret urbe,
dicitur ante omnes consuluisse deos ;
illa sacras pueri sortes ter sustulit ; illi
rettulit e triuiis omnia certa puer ;
cuncta dabant reditus ; tamen est deterrita numquam
quin fleret nostras respiceretque uias…
*
Του Αιγαίου τα κύματα χωρίς εμέ θα σκίσετε, ω Μεσσάλα,
…Η Φαιακία η άγνωστη, άρρωστο τώρα με κρατεί δεσμώτη,
…τα άπληστα, ω θάνατε σκληρέ τα χέρια μη μου απλώσεις,
…Δεν είναι η αδελφή μου εδώ την τέφρα μου με μύρο να ραντίσει
και με λυτή την κόμη της εμπρός στον τάφο μου να κλάψει.
Δεν είναι η Δηλία μου που πριν αυτή με προβοδίσει
των θεών όλων ζήτησε τη συμβουλή, ως μου ’παν, πριν να φύγω.
Και τρεις φορές από τα χέρια ενός παιδιού τις πινακίδες πήρε
και τρεις φορές ευνοϊκά στο τρίστρατον απάντησαν εκείνες.
Επιστροφήν όλα εμάντευαν, όμως θρηνούσε , ωστόσο, εκείνη
καθώς με τρόμο το ταξίδι μου στα ξένα αναλογιόταν.
Και παρηγορητής εγώ, ενώ ήμουν έτοιμος καθ ’όλα
για ν’ αναβάλω το ταξίδι μου, πάντα, αφορμές ζητούσα.
Άλλοτε έλεα: οι οιωνοί κακοί, απαίσια είναι τα «σημεία»,
άλλοτε πάλι ότι η ιερή μ’ εμπόδιζε του Κρόνου ημέρα.
…Να αναχωρεί κανείς ας μη τολμά, ο Έρως αν δεν το θέλει
κι αν κίνησεν, των θεών το θέλημα πως παραβαίνει ας ξέρει.
Τι μ’ ωφελεί η Ίσιδα, η θεά σου, τι μ’ ωφελούν ακόμη εκείνα
τα σείστρα τα χαλκά, που με τα χέρια σου έκρουες Δηλία;
Τι κι αν τηρούσες μ’ ευλάβεια τα ιερά, αν λούζοσουν ακόμη
με κατακάθαρο νερό και σε στρωμνήν αγνή κοιμόσουν;
…Όσο για με: και τους Εφέστιους θεούς, ως πρέπει θα τιμήσω
και στον αρχαίο Λάρητα θυμίαμα θα καίω τον κάθε μήνα.
Πόσο οι θνητοί ήσαν ευτυχείς, όταν βασίλευεν ο Κρόνος
πριν τόσοι δρόμοι απέραντοι για τα ταξίδια ανοίξουν.
Τα γαλανά τα κύματα το από πεύκο πλοίο δεν αψηφούσε
ουδέ και τα ιστία τ’ άφηνε να τα κολπώσει ο αέρας.
Σε ξένες χώρες άγνωστες κέρδη δεν γύρευε ο ναυτίλος
ουδέ και φόρτωνε με ξένο εμπόρευμα ποτέ το πλοίο.
…οι θύρες ήσαν άγνωστες στα σπίτια× ουδέ λιθάρια υπήρχαν
που να χωρίζουν τους αγρούς, ως όρια, τον ένα από τον άλλο.
Έδιναν μέλι οι δρυς, και το μαστό, γάλα γεμάτο, η αμνάδα
ερχόταν, μόνη, στους ανέγνοιαστους θνητούς να το προσφέρει.
Ήσαν άγνωστα: στρατός, οργή, διχόνοια, μίση κι ούτε
ο χαλκουργός είχε τα απαίσια, ως τότε, ξίφη τεχνουργήσει.
Τώρα κάτω από το κράτος του Διός πλήθος πληγές και φόνοι,
είναι το άγριο τώρα πέλαο και οι χίλιοι τρόποι του θανάτου.
…Όμως εμέ, στον έρωτα πειθήνιος αφού ήμουν, η Αφροδίτη
στα Ηλύσια πεδία θα με οδηγήσει αυτή. Εκεί δεν παύουν
τα άσματα, οι χοροί. Σμήνος πουλιών πετούν στα δέντρα
και μ’ ένα λάρυγγα λεπτό γλυκόλαλα τραγούδια μέλπουν
…Όμως κι ένας κατάρατος υπάρχει τόπος× η νύχτα τον σκεπάζει
και κύματα άγρια μελανά αχολογούν ολόγυρά του.
…Εκεί να πάει αυτός που ασεβής στους έρωτές μου αστάθη
και η εκστρατεία μακρόχρονη ο άθλιος μου ευχήθη να ’ναι.
Μα σύ να παραμείνεις άσπιλη, πιστή, ω Καλή μου, πάντα
και της αγνείας σου φρουρός πάντα η μητέρα σου να στέκει.
Ιστορίες ας σου λέει αυτή και κάτω απ’ του λύχνου της το φέγγος
από την ηλακάτη την ολόγιομη, ας σέρνει το μακρύ το νήμα,
…Κι αίφνης να φτάσω εγώ, χωρίς προμήνυμα κανένα
και σαν από ουρανό σταλτός εμπρός σου να προβάλω!
Τότε με κόμη ξέπλεκη και με γυμνά τα πόδια, ως θα ’σαι,
τρέξε κι έλα να προϋπαντήσεις με, πασίχαρη, ω Δηλία…
_______
Οι ελεγείες του Τίβουλλου περιλαμβάνουν τρία βιβλία. Όσο ζούσε είδε το φως της δημοσιότητας το πρώτο βιβλίο των ελεγειών. Ο J.H. Voss (1806), έπειτα από εξονυχιστική έρευνα του θέματος, κατέληξε στο συμπέρασμα ότι το τρίτο βιβλίο δεν ανήκει, οπωσδήποτε, στον Τίβουλλο. Στο έργο του Τίβουλλου κυριαρχούν:
- Το ερωτικό στοιχείο
- Τα εγκώμια για τη φύση και την αγροτική ζωή
- Τα εγκώμια προς το θεσμό της φιλίας
- Τα εγκώμια για την ποίηση
- Το μυθολογικό στοιχείο
- Οι υμνωδίες για την Ειρήνη
______
-Φαιακία, Κέρκυρα
-πινακίδες, ξύλινες, όπου γράφονταν διάφορες απαντήσεις
-του Κρόνου η ημέρα, Σάββατο
-Ίσις, στις γιορτές της έκρουαν σείστρα
σημειώσεις και μετάφραση, Βασίλης Ι. Λαζανάς
______
στη φωτογραφία, ρωμαϊκή γέφυρα στην Πάτρα
φωτογράφηση, Γιώργος Τσακιράκης, c