ΕΥΡΙΠΙΔΗ, ΕΚΑΒΗ, ΣΕΛΙΔΕΣ ΘΕΑΤΡΟΥ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 10:43 μ.μ.

0

 Η ΕΚΑΒΗ του Ευριπίδη


Η τραγωδία μελετά και διαλογίζεται πάνω στην ανθρώπινη φύση. Θεματική της είναι οι πράξεις,τα βαθύτερα αίτια και οι συνέπειες αυτών των πράξεων. Πώς ένα πάθος, απογειωμένο ως τα έσχατα της υπερβολής, οδηγεί σε φριχτές ενέργειες, που προκαλούν τη λυτρωτική ταραχή στην ψυχή μας, "τον έλεον και τον φόβον", κατά την εύστοχη ρήση του Αριστοτέλη.
Πρέπει να θυμίσω ότι κατά τον Ευριπίδη δεν επαρκούν εντελώς  οι Αριστοτελικές ταξινομήσεις, γιατί κάθε φορά προσπαθεί ν' ανιχνεύσει από διαφορετική οπτική γωνιά τα έγκατα της ανθρώπινης συνείδησης. Διαρθρώνει λοιπόν το υλικό του με τέτοιον τρόπο, ώστε να φωτιστεί όσο γίνεται περισσότερο η ιδέα του, ο συγκεκριμένος του στόχος.
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ενός τέτοιου τρόπου είναι η Εκάβη. Η υπόθεσή της  συνυφαίνεται από δύο διαφορετικούς μύθους, που έχουν κοινό παρονομαστή την πολύπαθη γριά βασίλισσα της Τροίας: τη θυσία της κόρης της Πολυξένης, και τη σκληρή τιμωρία του άτιμου Πολυμήστορα. Τα δύο αυτά γεγονότα δεν έχουν μεταξύ τους αιτιώδη σχέση. Το ένα δεν παράγει το άλλο ή δεν επακολουθεί ως αναγκαία, αναπόφευκτη αλληλουχία. Απλώς συμβαίνουν παρατακτικά. Η βαθύτερη όμως σχέση τους ενδιαφέρει τον Ευριπίδη, γιατί του χρειάζεται για να δείξει και να δικαιολογήσει τη μεταμόρφωση της Εκάβης. Πώς από αξιολύπητο, αδρανές θύμα που μόνο πάσχει, μεταβάλλεται σε θηριώδη και αδυσώπητο θύτη. Σ' αυτό ακριβώς το πρόβλημα έχουμε την πρόταση του ποιητή: το τραγικό πάθος δεν ανήκει μόνο ως πυρηνικό ιδίωμα του χαρακτήρα του, στον τραγικό ήρωα, αλλά μπορεί να παραχθεί εκ των έξω, από τη συσσώρευση εξωτερικών πιέσεων, οδύνης και δυστυχίας.
Δύο είναι τα σημαντικότερα στοιχεία στο έργο. Ο αντιπολεμικός του χαρακτήρας και η εξαθλίωση της ανθρωπιάς που επιφέρει ο πόλεμος. Αυτή η εξαθλίωση φτάνει ως το έσχατο σημείο της. Αποτέλεσμα η ψυχική παραμόρφωση και η αποθηρίωση. Όχημα για την ανάγλυφη εξιστόρηση αυτών των στοιχείων, η Εκάβη. Συνοψίζει την υπέρτατη δυστυχία. Από μεγάλη βασίλισσα, γίνεται σκλάβα, αφού έχασε, σφαγμένο, τον άντρα της και πλήθος γιους και θυγατέρες. Τώρα, σε μια ανήκουστη ανθρωποθυσία χάνει και την Πολυξένη. (Σαφής η αναφορά και η αναλογία με τις ολοένα αυξανόμενες αγριότητες του Πελοποννησιακού πολέμου). Είναι το αντιπροσωπευτικό θύμα που υφίσταται παθητικά την ανθρώπινη σκληρότητα. Πάσχει, χωρίς να υπάρχει από μέρους του εμφανής αμαρτία ή πταίσμα. Το πάθος εδώ είναι εξωτερικό, προέρχεται από τους άλλους, δεν κατάγεται ως ιδιότητα από τον χαρακτήρα της Εκάβης. Πρόκειται για τραγικό ήρωα, που διαμορφώνεται καθ' οδόν από το μέγα άλγος που του προκαλούν οι άλλοι. Ενώ θα περιμέναμε εύλογα την πλήρη εξουθένωση, αντικρίζουμε την αφύπνιση - ποιος ξέρει από τι αβυσσαλέα βάθη - μιας σκοτεινής μανίας. Με περισσή πανουργία καταστρώνει το σχέδιο εκδίκησης και το εκτελεί με σπάνια αγριότητα. Η μεταμόρφωση που κρυφόκαιγε αθέατη, έχει συντελεστεί. Η Εκάβη άθυρμα ανήμπορο και πανάθλιο από το ασήκωτο βάρος της δυστυχίας, μεταμορφώνεται σε θηριώδες, αποτρόπαιο ον - όσο κι αν συλλογιζόμαστε πως άξιζε την τιμωρία του ο Πολυμήστορας - που μας προκαλεί σχεδόν μόνο φρίκη. Αναρωτιόμαστε περιδεείς. Είναι δυνατόν να συμβεί κάτι τέτοιο; Ο Ντοστογιέφσκι μας έχει ήδη δώσει την απάντηση. Αλλά πολύ πριν απ' αυτόν ο Ευριπίδης. Δεν είναι συμπτωματικό που ο Πολυμήστορας της προφητεύει ένα παράδοξο τέλος:

"Σκύλα θα γίνεις με ματιά σα φλόγα"

Η επιλογή αυτής της μυθολογικής εκδοχής για το τέλος της ζωής της Εκάβης, τονίζει, από τη διάσταση του Μύθου, την τερατοποίηση ως το αναπόφευκτο αποτέλεσμα του πάθους. Οι τόσες μεταμορφώσεις ανθρώπων σε μη ανθρώπινα όντα που κατοικούν στη μυθολογία, μήπως σημαίνουν, μήπως διδάσκουν στο βάθος, ότι αυτό είναι το σκληρό αντίτιμο της υπέρβασης και της υπερβολής; Ότι όταν ο άνθρωπος παρασυρθεί, μια για πάντα, στις φοβερές φλόγες του πάθους, αλλάζει οριστικά την υπόστασή του; Καθίσταται "δαίμων", μη άνθρωπος; Ότι έχει ξεφύγει από τα όριά του, από τα μέτρα του; Ότι δεν είναι "φύσις" πλέον αλλά "ον παρά φύσιν"; Ο Ευριπίδης απεικονίζοντας έτσι τη γενική αντίληψη των αρχαίων για την ψυχοβόρα επενέργεια του πάθους, επισημαίνει ταυτόχρονα και κάτι άλλο, πάντα επίκαιρο και φριχτό: τον πόλεμο που εξαρθρώνει την κατεξοχήν ανθρώπινη ιδιότητα, που ευτελίζει, μηδενίζει την ανθρωπιά μας και, από ένα σημείο και πέρα, μας μεταμορφώνει όλους σε τέρατα. Και θύτες και θύματα. 

Η υπόθεση του έργου

Βρισκόμαστε στη θρακική Χερσόνησο, τη χώρα του βασιλιά Πολυμήστορα. Οι Έλληνες, επιστρέφοντας μετά την κατάκτηση της Τροίας, άραξαν εδώ με τις Τρωαδίτισσες σκλάβες τους, έτοιμοι να κάνουν και πάλι πανιά. Εμφανίζεται και προλογίζει το είδωλο του Πολύδωρου, του μικρότερου γιου της Εκάβης, που γι' ασφάλεια τον είχε στείλει ο Πρίαμος στο φίλο του Πολυμήστορα. Αυτός όμως, μόλις έπεσε η Τροία, σκότωσε άσπλαχνα το νεαρό φιλοξενούμενό του, για να του αρπάξει τους θησαυρούς που είχε μαζί του. Το πτώμα του θα το βρούνε στ' ακρογιάλι. Στην αλαφιασμένη από σκοτεινά προαισθήματα Εκάβη, ο χορός - αιχμάλωτες γυναίκες της Τροίας - αναγγέλλει πως οι Έλληνες αποφάσισαν να θυσιάσουν την κόρη της, Πολυξένη, στον τάφο του Αχιλλέα. Σε λίγο φτάνει ο Οδυσσέας, για να την οδηγήσει στη θυσία. Ακολουθεί ο γνωστός ευριπίδειος αγώνας λόγων ανάμεσα σ' αυτόν και την Εκάβη. Του υπενθυμίζει την παλιά του υποχρέωση, όταν κάποτε μες στην Τροία του έσωσε τη ζωή. Εκείνος είναι πρόθυμος να ελευθερώσει την ίδια, αλλά δεν μπορεί να σώσει την κόρη της. Η Εκάβη προσπαθεί να πείσει την Πολυξένη να τον παρακαλέσει για τη ζωή της. Η Πολυξένη αρνείται κ' ακολουθεί μ' αξιοπρέπεια τον Οδυσσέα στο θάνατο. Μετά το στάσιμο, έρχεται ο Ταλθύβιος, που εξιστορεί με θαυμασμό και συμπάθεια, το ηρωικό τέλος της Πολυξένης. Η Εκάβη στέλνει μια σκλάβα να φέρει νερό απ' τη θάλασσα, για να λούσει τη σφαγμένη κόρη της. Η σκλάβα γυρίζει φέρνοντας το ξεβρασμένο κουφάρι του Πολύδωρου. Η δύστυχη μάνα του καταλαβαίνει αμέσως ποιος είναι ο φονιάς, και η ως τότε παθητική οδύνη της μετατρέπεται σε απελπισμένη πανουργία. Καλεί τον Αγαμέμνονα και τον παρακαλεί να μην ανακατευτεί στην τιμωρία που σχεδιάζει για τον άπιστο και προδότη Πολυμήστορα. Ο Αγαμέμνονας, ύστερα από πολιτικούς δισταγμούς, συγκατανεύει. Ο βάρβαρος Θρακιώτης έρχεται σε λίγο με τους δυο μικρούς του γιους, παρασύρεται μέσα στη σκηνή της Εκάβης, όπου αυτή και οι συναιχμάλωτες Τρωαδίτισσες τον τυφλώνουν, σκοτώνοντας και τα παιδιά του. Στις γοερές κραυγές του φτάνει ο Αγαμέμνονας και παρίσταται ως κριτής στη διαμάχη των δύο. Έχουμε πάλι αγώνα λόγων ανάμεσα στην Εκάβη και το βάρβαρο βασιλιά. Ο Αγαμέμνονας κρίνει πως η Εκάβη έπραξε δίκαια. Ο Πολυμήστορας, με προφητική έκσταση, προμαντεύει το φόνο της Κασσάνδρας και του Ατρείδη και τη μεταμόρφωση της Εκάβης σε φριχτή σκύλα. Η τραγωδία τελειώνει με την ετοιμασία των Ελλήνων να ξεκινήσουν, αφού άρχισε να φυσάει ούριος άνεμος.

Τάσος Ρούσσος