ΤΑΣΟΣ ΓΑΛΑΤΗΣ, ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΑΚΙΡΑΚΗΣ, ΧΡΗΣΤΟΣ ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΑΚΗΣ..., ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΡΙΩΝ ΗΧΩΝ
Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΡΙΩΝ ΗΧΩΝ | Posted on 9:06 π.μ.
0
ΤΑΣΟΣ ΓΑΛΑΤΗΣ
Το σπαθί και το μάρμαρο
Αλλά υπάρχουν ορισμένες λεπτομέρειες που δεν μπορώ
να παραλείψω.
Ψάχνοντας άνηβο παλληκαράκι
το κατώι του παππούλη μου στα Πιπιλέικα
βρήκα ένα πελώριο γιαταγάνι από τα χρόνια του ’21
δαμασκηνό σπαθί με τη σφραγίδα του
μαύρο κατάμαυρο από τη λησμονιά
μα όταν γυαλίστηκε άστραψε από ατόφιο ασήμι το θη-
κάρι του
και μαζί τ’ όνομα του ξεχασμένου πρόγονου, Γαλάνης-
Κλέντος
πλάι σε δυο φιδόπουλα ερωτικά πλεγμένα.
Κι ακόμη στο κατώι του άλλου παππούλη μου στη
χούτσαινα
του γέρ’ Αναστάση του Κουζούμη
μέσα στη χρυσαφένια κούκλα εκείνου του καλοκαιριού
είδα μια κορασιά, μελαχρινή μου φάνηκε σαν τη Σαπφώ
ή τη Μελιττώ τη θυγατέρα του Μελάντα,
να προβάλει αμόλευτη παρθένα στην επιτάφια πέτρα
της
Η Μινοδίκη.
Όταν την ξαναγύρεψα το άλλο καλοκαίρι
ο συχωρεμένος μπάρμπας μου ο Νικόλας
μου είπε πως την πελέκησε για το σπιτικό που έχτιζε
αν μου έλεγε την αλήθεια ο κουτοπόνηρος Μωραϊτης
και δεν την πούλησε σα κάποιο θεομπαίχτη.
Κάπως έτσι χτίσαμε και πουλήσαμε
όλο το ρωμέικο στα χρόνια που ακολούθησαν
τι να κλαίω τώρα για τη Ζούρτσα.
_____
ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΑΚΙΡΑΚΗΣ
Το ράμφος του Κύκνου
Λοιπόν, ο ποιητής δεν σου ζητάει
τίποτα πια. Μετά από σαράντα χρόνια
είναι ακόμα ένα λεπτό παιδί, σχεδόν
αόρατο μέσα στο χρόνο. Δεν ενδιαφέρεται
να ραγίσει καθρέφτες.
Αφήνει μέσα στα ρυάκια μια ζωή
από μωσαϊκά (αν θέλεις πες τα
αρραγή θραύσματα) να κυλήσει
μέχρι τα κύματα, ζητώντας μιαν
Ανάσταση έστω και γυμνή, σαν
δέλεαρ για μια Παρασκευή που
ίσως έλθει σαν το ράμφος του Κύκνου.
Ο έρωτας μαζί σου έμεινε εκεί,
στον αστερισμό της Ουρανίας, στο
άυλο όνομα της άλλης Αφροδίτης,
ένα βουβό σεντόνι δίχως όνειρα
που κοίταζε την Ανατολή.
Θα ’θελα να σου πω πως τότε
σ’ αγαπούσα κι όταν ακόμα
φυλλορροούσα σε μια κλίνη, σαν
ραγισμένο τριαντάφυλλο
μπροστά σε αόρατες γρίλιες.
-Τώρα;
Γιατί με ρωτάς; Δεν ξέρω.
Παραδόθηκα στο χρησμό του
μέλλοντος με μια μέθη που
με κέρασε λαθραίες ανάσες.
Οι παπαρούνες μου δεν ήταν πάντα κόκκινες…
_____
ΧΡΗΣΤΟΣ ΡΟΥΜΕΛΙΩΤΑΚΗΣ
Ενύπνιον ’88
Ήρθε ο πατέρας μου τη νύχτα
και με φώναξε·
μαθαίνω πράγματα, μου λέει,
και φοβούμαι,
να πληρώνεις το νοίκι σου και τα κοινόχρηστα
και τα άλλα,
όπως συμφώνησες.
Μα πατέρα, του λέω,
εδώ δεν είναι το σπίτι μου, είναι η φυλακή,
δεν το βλέπεις;
Κι αυτή δεν είναι η βρύση που στάζει,
είναι η ζωή μου
που στραγγίζει σταγόνα-σταγόνα.
Το ξέρω, μου λέει,
αλλά και συ το ήξερες και υπόγραψες.
και τώρα οφείλεις να πληρώσεις,
όπως όλοι μας!
_____
Τα ποιήματα της Ανθολογίας Τριών Ήχων απαγγέλλονται στην ενότητα " Μ' ένα ραδιόφωνο, μουσική ή και ποίηση".