Η ΑΡΧΑΙΑ ΕΔΔΑ, ΟΨΕΙΣ ΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΑΙΩΝΩΝ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 1:11 μ.μ.

0



Η Αρχαία Έδδα  (αποσπάσματα)

Πού μπορούν να φτάνουν οι ρίζες ενός ποιήματος; Τόσο μακρυά όσο μακριά φτάνουν οι ρίζες από κάθε ζωντανό πλάσμα.....................................................................................................

...Κ' ήτανε τότε που συνάντησα την Αρχαία ΕΔΔΑ... Ανοίγω τη μαγική πόρτα. Σα να ξέρω από πάντα όλα τούτα: "Τα λόγια του Υψίστου", "Τα λόγια της Πανσοφίας", "Τα όνειρα του Μπαλντούρ", "Το τραγούδι της Σίβυλλας". Γρήγορα λοιπόν η απόχτηση, μ' οποιονδήποτε τρόπο, με αγορά ή με κλέψιμο, δεν έχει σημασία. Και το βιβλίο αποχτιέται. Και μεταφράζεις στην αρχή για σένα, ύστερα για τους φίλους και τέλος για όλους, ώσπου ανακαλύπτεις ότι μέσω της γοητείας του το βιβλίο αυτό και σένα σε χρησιμοποίησε. Γιατί αλοίμονο, όλοι κι όλα σ' αυτό τον κόσμο είμαστε συνάμα σκοπός και μέσο.

Η Αρχαία ή ποιητική Έδδα, που αποτελεί τη σπουδαιότερη πηγή της σκανδιναυικής και γερμανικής μυθολογίας, είναι παλιά ποιήματα της Ισλανδίας που ο συγγραφέας τους είναι άγνωστος, αν και, από τον επίσκοπο Μπρύνγιολφουρ Σρέινσον (1605-1675), όχι χωρίς κάποια ειρωνεία, τα ποιήματα αυτά αποδίδονται στον Σουμόντ Σίγκφουσον, το Σοφό (1056-1133). Το πιο πιθανό είναι ότι ο Σουμόντ συγκέντρωσε τα ποιήματα αυτά από τη γύρω παράδοση της Ισλανδίας, τα κατάγραψε και τα συμπλήρωσε. Δεν αποκλείεται όμως να είναι και ο ποιητής τους. Ο Σουμόντ ήταν παπάς και συνάμα ο πρώτος χρονικογράφος της Ισλανδίας. Ίδρυσε το ισανδικό σχολείο του Όντι, ένα κέντρο μάθησης που οι παραδόσεις του ανέθρεψαν αργότερα τον Σνόρι Στούρλασον συγγραφέα της Νέας ή Πεζής Έδδας.

Απ' τα ποιήμτα της Αρχαίας Έδδας μετάφρασα μόνο εκείνα που με προκάλεσαν να τα μεταφράσω. Τα υπόλοιπα, τα άφησα να μας τα δώσουν κάποτε ποιητικά, σε πρόζα ή εν περιλήψει, οι περισσότερο ειδικοί.

Τα λόγια του Υψίστου

Κάποτε σε ταξίδι μακρινό
νέος και μόνος έχασα το δρόμο μου.
Πλούσιος ένιωσα που βρήκα κάποιον άλλο.
Ο άνθρωπος στον άνθρωπο δίνει χαρά.

Μια λέξη ευγενική χρειάζεται που δεν κοστίζει.
Ο έπαινος δεν είναι πράγμα ακριβό.
Μ’ ένα καρβέλι και μια άδεια κούπα
στον εαυτό μου έγινα φίλος.

Δυο ξύλινα παλούκια έστεκαν στον κάμπο
και κρέμασα επάνω τους τα ρούχα μου.
Ντυμένα εκείνα μοιάζαν να ’ναι από τζάκι
μα εγώ γυμνός έμοιαζα να ’μαι ο Κανένας.
…………………………………………………………………..

*
Τα λόγια της Πανσοφίας
(Ο Νάνος και ο Αμαξάς)

ΑΛΒΙΣ – Για κάμε πέρα τα τραπέζια να διαβούμε, εγώ
κ’ η νύφη.
Είναι’ ώρα να πηγαίνουμε στο σπίτι μας.
Με περιμένουν καλεσμένοι, θ’ απορούν
γιατί αργοπορώ τόσο πολύ.

ΘΩΡ – Ποια είναι η γενιά σου ασπρομύτη.
Μήπως και είσαι πνεύμα ενός νεκρού;
Μου φαίνεσαι ανεμόφκιαστος και διόλου
κάποιος που θα του ταίριαζε μια νύφη.

ΑΛΒΙΣ – Πάνσοφος ονομάζομαι. Κάτω απ’ το χώμα
κατοικώ
ανάμεσα στις σκοτεινόπετρες.
Από τον Κύριο των Αμαξιών δίκιο ζητώ.
Είναι κακό να παραβαίνονται οι όρκοι.

ΘΩΡ – Ποτέ μου δεν ορκίστηκα. Δεν ήμουνα στο σπίτι
όταν σου δίναν όρκο οι θεοί.
της νύφης ο πατέρας έχει δίκιο κ’ είμ’ εγώ.
που απόφαση θα βγάλω αν θα την πάρεις.
……………………………………………………………………

*

Τα όνειρα του Μπαλντούρ

Έτρεξαν βιαστικά οι θεοί κατά την αίθουσα της κρίσης.
Συγκεντρωθήκαν όλοι κ’ οι θεές μαζί, για να εξηγήσουν
τ’ όνειρο του Μπαλντούρ που τόσο τρόμο προμηνύσε.

Πάνω πετιέται ο Οντίν ο μάγος δίχως ηλικία
και τ’ άλογο σελώνει  τον οχτάποδο Σλαϊπνίρ
κι ορμάει από τον Ουρανό κατά της Κόλασης τα βάθη.
Το αιμοβόρο κυνηγόσκυλο της Κόλασης τον βίγλισε
και φρενιασμένα ούρλιαξε προς τον πατέρα των Τευτόνων.

Στην ανατολική την Πύλη εκείνος στάθηκε, μπροστά
στο φοβερό τεράστιο τύμβο κάποιας μάγισας.
Με ρουνικά θέλγητρα δύναμης της φώναξε και να
το φάντασμά της, υπακούοντας, σηκώνεται, πάντα
και στο θεό που τη ρωτά δίνει εξήγηση.
……………………………………………………………..

*

Το τραγούδι της Σύβιλας

Χάιντι οι άνθρωποι με λεν όταν στα σπίτια τους πηγαίνω.
Είμαι μια μάγισα που βλέπει μακριά, σοφή στα φυλαχτά,
πανούργα στις γητειές και στη μαγεία , πάντα
καλοδεχούμενη απ’ τις δίβουλες γυναίκες.

Και περιδέρια και βραχιόλια μούδωσες Οντίν
τις γνώσεις και τις τέχνες μου να μάθεις και
όσα πλατειά κι όσα βαθειά σ’ όλυς τους κόσμους βλέπω.

Έξω καθόμουν μόνη μου σαν ήρθες
κι αντίκρυσες το σπίτι μου φόβητρο των θεών.
Τι από μένανε ζητάς; Γιατί με καλοπιάνεις;
Οντίν πού κρύβεται το μάτι σου γνωρίζω.
Κρύβεται πέρα μακριά στου Μίμιρ την πηγή
κι ο Μίμιρ κάθε πρωινό πίνει το υδρομέλι,
πρόποση στην υγεία σου. Και λοιπόν
θάθελες περισσότερα να μάθεις;

Ακόμα για του Χάιμπνταλ το βούκινο γνωρίζω
πούναι κρυμμένο κάτω από το Δέντρο το Ιερό.
Πολύτιμο ρυάκι από πάνω του περνά
πούναι για να το πίνει η αφεντιά σου. Και λοιπόν
θάθελες περισσότερα να μάθεις;
…………………………………………………….

Οι σημειώσεις και η μετάφραση είναι του Γιάννη Υφαντή

_____
- "ασπρομύτης", οι νάνοι ζουν έξω από το φως του ήλιου γι' αυτό το πρόσωπό τους είναι άσπρο.
- Μπαλντούρ, ηλιακός θεός, θεός της βλάστησης. Γιος του Οντίν και της Φριγκ, ο πιο αγνός απ' όλους του θεούς. Ο Λόκι, ο πιο κακός απ' όλους τους θεούς, παραπλανά τον τυφλό Χεντούρ να ρίξει ένα βέλος που το νόμιζε ακίνδυνο, σκοτώνοντας τον Μπαλντούρ. Μα, μετά την τελειωτική καταστροφή, ο Μπαλντούρ θα επιστρέψει. Και θα βασιλέψει σ' αυτή την καινούρια γη που θ' αναδυθεί απ' τον ωκεανό, γεμάτη αφθονία και ομορφιά.
- Οντίν, Ο πρώτος ανάμεσα στους θεούς των Σκανδιναυών. Θεός της ποίησης και του θανάτου, επίσης θεός μάγος και θεός πολεμιστής κι ίσως, επειδή έχει την ικανότητα να μεταμορφώνεται, θεωρείται απατεώνας και επίορκος.
 - ρούνοι, ρούνες, το αρχαίο αλφαβητικό σύστημα γραφής των βόρειων λαών της Ευρώπης, το οποίο αποδίδεται στους θεούς και είναι κελτικής καταγωγής.
- Σύβιλα (Χάιντι), γυναίκα που πέφτει σε έκσταση και προλέγει αυθόρμητα όσα μέλλεται να συμβούν.  
- Μίμιρ, ένα σοφό πνεύμα του νερού.
- Χάιμπνταλ, φύλακας των θεών.