Μ. ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ, Γ. ΤΣΑΚΙΡΑΚΗΣ, Λ. ΣΤΕΦΑΝΟΥ...,ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΡΙΩΝ ΗΧΩΝ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 9:58 μ.μ.

0

ΜΑΝΟΛΗΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΑΚΗΣ

Τώρα μιλώ πάλι

Τώρα, μιλώ πάλι σαν ένας άνθρωπος που γλίτωσε
απ’ το λοιμό.
Επισκέπτομαι τους φίλους μου, ξέρω πολλούς
που σώθηκαν
(«Υπάρχει πάντα μια αναχώρηση», έτσι είχα κά-
ποτε πει
Άλλοτε πάλι μίλησα για μιαν άγνωστη αρρώστια
-ποιος τα θυμάται;).

Πέρασαν πια οι καταδικασμένες μέρες άνοιξαν τα
παράθυρα
Χαρούμενοι οι οδοκαθαριστές σαρώνανε στους δρό-
μους τα σκουπίδια
Άρχισε πάλι η ζ ω ή, οι εγγραφές στους συλλό-
γους και τα ινστιτούτα
Οι αγκαλιασμένοι έφηβοι στις πλατείες, τα ακα-
τάλληλα έργα στους κινηματογράφους
Οι αγγελίες στις εφημερίδες. Πέρασε πια η κακή
αποκριά
Οι προσωπίδες κάηκαν τα παλιά ονόματα λησμο-
νηθήκαν
Και το δημοτικό συμβούλιο συνεδριάζει για τη με-
τονομασία των οδών.

Ραούλ, εσένα πάλι σκέφτομαι που δεν πρόλαβες να
γίνεις σοφός, να συζητήσεις,
Να δεις την άλλη πλευρά των πραγμάτων,
να μάθεις να σιωπάς.
Δε σου ’μελλε να πιθανολογείς, να βγάζεις συμπε-
ράσματα

Δε σου ’μελλε να διδαχτείς κι εσύ την αριθμητι-
κή των ιδεών.


ΓΙΩΡΓΟΣ ΤΣΑΚΙΡΑΚΗΣ

Η γυναίκα με τις πεταλούδες


Έφτασα εδώ ένα πρωινό
με την ερωμένη μου μοναξιά
κρυμμένη στις πικροδάφνες.

Τα μεσημέρια τής μιλούσα
με ατέλειωτες συγχορδίες
από ήρεμους ψίθυρους
χωρίς να μπορέσω να καθορίσω
επακριβώς γιατί σύχναζαν
πεταλούδες στα δυο της δάχτυλα.

Εκείνη χαμογελούσε, μοιράζοντας
φωτεινές ίριδες και χρυσά μέταλλα
ανάμεσα σε μένα και σε κείνες,
που την κοίταζαν άφοβα με
μια υπέροχη θηλυκή πρόσκληση.

Πόσο βασανιστικά ηδονικό
ήταν το ακραίο συναίσθημα να
μη μπορώ να διεκδικήσω αυτές
τις στιγμές όλο της το βλέμμα
και ταυτόχρονα να χαρίζω
όλο μου το μερίδιο στα όμορφα
μικρά τους μάτια.

Παρά ταύτα, ομολογώ πως
έρχονταν στα χείλη μου στίχοι,
καθώς «κατθάνην δ’ ίμερός τις
έχει με παισίν άγαν απάλαις
άνθε’ αμέργοισας», «λες κι ένας
πόθος με πιάνει να πεθάνω
για τις τρυφερές παιδούλες που
μαζεύουν αγκαλιές λουλούδια»,

που προσπαθούσα να τους
τραγουδήσω στις ίδιες συχνότητες,
με την ίδια σαγήνη, με τη λύρα
του δικού μου γαλάζιου,
για να μείνουν-κι η γυναίκα
και οι πεταλούδες-εκστατικές
κι ο εραστής να κερδίσει
όλες τις ερωμένες

Θεέ μου, πόσο καλά νόμιζα
πως τα κατάφερα!

Όμως, όταν τις κράτησα
αγκαλιά, μου εκμυστηρεύτηκαν-
ανταλλάσσοντας βλέμματα-πως
θαύμαζαν απλά την τελειότητά τους.

Δεν είχα πλέον άλλη επιλογή
(απ’ το να κοιμηθώ με γαλήνη).

(Αύγουστος 2008, Δάφνες
νησάκι Κάλαμος)

.
ΛΥΝΤΙΑ ΣΤΕΦΑΝΟΥ

Παρέλαση

Κι άλλα μεγάφωνα πολλά, αναρίθμητα,
ξεβγαίναν μέσα από το πρώτο τέρας:
Οι κροταλίες, οι κουδούνες, οι γκρανκάσες,
η σπίθα και το τσιριχτό και το καψαλιστό,
κι η απειλή κι η συμβουλή,
το πέταλο και το καρφί
της κλειδαριάς το τρίξιμο
το κρακ της κεραμίδας,
κι ο κάθε κρότος έπαιρνε μορφή.
Κάθε μεγάφωνο και μια μουτσούνα
καβάλα στα καλάμια τους κακάριζαν τις διαταγές.
Στους στύλους τους ηλεκτρικούς τρομάζαν
τα κοράκια.

(τα ποιήματα της Ανθολογίας απαγγέλλονται με video στην ενότητα "Μ' ένα ραδιόφωνο, μουσική ή και ποίηση")