ΠΑΣΤΟΡΕΛΑ, ΤΡΟΒΑΔΟΥΡΟΣ ΜΑΡΚΑΜΠΡΟΥ, ΟΨΕΙΣ ΠΟΙΗΤΙΚΩΝ ΑΙΩΝΩΝ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 8:02 μ.μ.

0


Ο τροβαδούρος Μαρκαμπρού ή Μαρκαμπρέν (μεταξύ 1099 ή 1100 - 1148 ή 1150) ήταν απ' την Γασκώνη. Ο ίδιος λέει ότι ήταν ο γιος μιας φτωχής γυναίκας που ονομάζεται Marcabruna. Κατά άλλη εκδοχή εγκαταλείφθηκε στην πόρτα ενός πλούσιου άνδρα και κανείς δεν ήξερε την καταγωγή του. Είχε πολλούς προστάτες συμπεριλαμβανομένων των Γουλιέλμου X Δούκα της Ακουιτανίας (γιου του"πρώτου τροβαδούρου"  Γουλιέλμου IX), και Αλφόνσου VII της Καστίλλης και Λεόν, καθώς και την Ελεονώρα της Ακουιτανίας, κόρη του Γουλιέλμου Χ.
Η ταπεινή καταγωγή του και, ταυτόχρονα,  η ευγενής ανατροφή του αντικατοπτρίζονται στις απόψεις του και στην ποικιλία του ύφους του. Καταγγέλλει τη μαλθακότητα και την εξαχρείωση της αριστοκρατικής ζωής και τις συμβάσεις της αριστοκρατικής αγάπης. Οι ηθικολογικοί στίχοι είναι μόνο ένα σημάδι της ποίησής του. Στο άλλο άκρο είναι τα τραγούδια του που εξυμνούν την αληθινή αγάπη. Σε άλλα τραγούδια του, όπως το A La Fontana και το Pastourelle, δραματοποιεί μια βαθιά μεσαιωνική άποψη μεταξύ των πιο πολιτισμένων εκφράσεων στην ποίηση της Προβηγκίας.
Η επιρροή του ήταν μεγάλη, όχι μόνο σε επαγγελματίες του ερμητικού στυλ (clus trobar, ένα υπαινικτικό και σκόπιμα ασαφές ποιητικό στυλ της Προβηγκίας ), αλλά και σε άλλους. Αλλά κανείς δεν θα μπορούσε να αναδημιουργήσει το οξύθυμο και υπερυψωμένο ύφος του.  

Το πιο συχνό θέμα στα τραγούδια του είναι η διάκριση ανάμεσα στην αληθινή αγάπη και στην ψεύτικη: η αληθινή αγάπη είναι χαρούμενη, έντονη, σε αρμονία με την ευημερία της κοινότητας και με τη θεία πρόθεση. Η ψευδής αγάπη είναι πικρή, άσωτη και καταστροφική. Ο ίδιος καταγγέλλει την αριστοκρατική τάξη στην οποία οι γυναίκες εξαπατούν τους συζύγους τους ανατρέφοντας τα παιδιών άλλων, ενώ οι άνδρες είναι οι κούκοι που γεννούν τα αυγά τους σε κάποιαν άλλη φωλιά.

Σε αντίθεση με τις περισσότερους επιτυχημένους τροβαδούρους, δεν ήταν "της αριστοκρατίας" και δεν είχε μόνιμο προστάτη. Διέθετε καινοτόμο τεχνική και το χιούμορ είναι εμφανές σε όλους τους στίχους του. Τον μιμήθηκαν και τον θαύμαζαν αρκετοί, παρά τις συνειδητά σκοτεινές εικόνες του και το δύσκολο συμβολισμό του. Κάποιοι είπαν ότι έγραψε κακά ποιήματα και κακές σάτιρες. Σώζονται περισσότερα από 40 από τα ποιήματά του, συμπεριλαμβανομένων των τραγουδιών Σταυροφορία, σάτιρες, ειδύλλια, και η πνευματώδης Pastourelle. Πολλά από τα ωραιότερα ποιήματά του είναι έχουν άμεση επίδραση από άλλους ποιητές, συμπεριλαμβανομένου του Γουλιέλμου IX.

Στο μουσικό μέρος, η μελωδία συμβάδιζε με την εκκλησιαστική μουσική, αλλά σώθηκαν ελάχιστες μελωδίες, επειδή δεν είχε ακόμα αναπτυχθεί η μουσική σημειολογία.



Τελικά θανατώθηκε από την αριστοκρατία της Γασκώνης γιατί είχε γίνει πολύ ενοχλητικός.  

_____



















































































Παστορέλα



Κοντά σε κάποιον φράχτη εχτές μια βοσκοπούλα είδα φτωχή
πανέξυπνη όμως και μαζί γεμάτη χάρη περισσή.
Κόρη χωριάτη ήταν, γι' αυτό μια κάπα φόραγε χοντρή
και κοντογούνι από προβιά, που' χε μαδήσει απ' την πολλή
χρήση, πουκάμισο υφαντό με λιναριού χοντροκλωστή,
και χοντροπάπουτσα παλιά, κάλτσες απ' άγριο μαλλί.
Τη σίμωσα λοιπόν κι εγώ και της εμίλησα γλυκά:

"Μικρούλα μου όμορφη, άκου 'δω πώς ραγίζεται η
                                                                                     καρδιά
σαν βλέπω πως έτσι σκληρά σε δέρνει η βαρυχειμωνιά!".
"Αφέντη", μ' αποκρίθη αυτή, "χάρη στο θεό και στη φτωχιά
μάνα που μ' έθρεψε καλά χαρούμενη είμαι και γερά
νιώθω τα κότσια μου. Γι' αυτό δεν δίνω σημασία καμιά
στο ξεροβόρι που φυσά και μου ανεμίζει τα μαλλιά".

"Μικρούλα μου", της λέω 'γω, "που 'σαι όλο χάρη κι ομορφιά
πίστεψε αυτό που θα σου πω: για χατήρι σου μοναχά
άλλαξα δρόμο κι ήρθα εδώ να σου κάμω συντροφιά.

Μια βοσκοπούλα σαν κι εσέ δεν είναι φρόνιμο έτσι δα
να κάθεται στη μοναξιά και μες τη βαρυχειμωνιά
δίχως παρέα τρυφερή σ' αυτή την άγρια ερημιά,
και να βοσκάει μοναχή τέτοιο κοτζάμ κοπάδι αρνιά".

"Αφέντη", μου 'πε τότε αυτή, "είμαι χωριάτα μα μπορώ
να ξεχωρίσω μια χαρά τι είναι σωστό και τι λωλό
και την παρέα που θες εσύ να μου κρατήσεις τώρα εδώ
να πας αλλού να την πουλάς, γιατί σε μένα, αφεντικό, 
τέτοιες παρέες δεν περνούν, άκου με που στο λέω 'γώ.
Πολλές νομίζουν έτσι δα πως θα βρουν άντρα, μα θαρρώ
πως ίσκιους άντρα μοναχά πλάθουν στο σκάρτο τους μυαλό".

"Μικρούλα μου, άρχοντας τρανός θα είν' ο πατέρας σου 
                                                                                ασφαλώς,
που με τη μάνα σου γλυκά τον έσμιξε έρωτας θερμός.
κι απ' τ' αγκάλιασμά του αυτό γεννήθηκες εσύ, καρπός 
φίνος, δροσάτος, διαλεχτός, γλυκόχυμος κι ορεχτικός.
Γι' αυτό, όσο πιο πολύ κοιτώ τα κάλλη σου σκέφτομαι πως
μπορεί δική μου να γενείς κι ανέβη μέσα μου καημός.
Λίγη συμπόνια από σε κι ας ήταν να 'βρισκα ο φτωχός!".

"Αφέντη μου, όλη μου η γενιά κι όλη μου τώρα η φαμελιά
μες τη δουλειά τους τη σκληρή ζουν τίμια και υπομονετικά.
Οργώνουν, σκάβουν και μοχτούν απ' τα χρόνια τα παλιά.
Κι άκου, άρχοντά μου, να σου πω", μου ξαναλέει η κοπελιά, 
"για μένα ιππότης είν' αυτός που ζει από τίμια δουλειά
και μέρες έξι στη σειρά κάθε βδομάδα ιδρωκοπά
σε μόχτο βαρύ, και μοναχά την Κυριακή μ' αργία τιμά".

"Μικρούλα μου", της λέω 'γω, "κάποια νεράιδα ευγενική,
όταν γεννήθηκες, θαρρώ, κοντά στην κούνια σου ήρθε εκεί
και δώρο σου 'κανε ακριβό την ομορφιά σου τη θεϊκή,
που ξεπερνάει την ομορφιά κάθε χωριάτισσας. Μ' αυτή
η νεραϊδένια σου ομορφιά σίγουρα θα γενεί διπλή
μια μέρα που έτσι αγκαλιαστά θα σμίξουμε κι οι δυο μαζί
κι απάνω σου θα είμαι 'γω και από κάτω μου θα είσαι εσύ!".

"Με σκλάβωσες τόσο πολύ, τρανέ άρχοντά μου ευγενικέ, 
με τα παινέματά σου αυτά, που πλούσια χάρισες σε με",
μου 'πε η χωριάτισσα, "ώστε εγώ δεν άρεσα ποτέ
άλλον πιο διασκεδαστικό ερωτεμένο έξω από σε.
Και για να ξεϋποχρεωθώ σου λέω: "κάνε όρεξη χαζέ!".
Έτσι γερά θα πληρωθείς σήμερα, ιππότη μου καλέ, 
για όσα γλυκόλογα μου λες, που εγώ τ' ακούω βερεσέ!".

"Μικρούλα μου, με τον καιρό μερεύει η ανήμερη καρδιά
και, πίστεψέ με, φτάνει αυτή η σύντομή μας γνωριμιά
για να νιώσω πως μπορώ να βρω μια φίνα συντροφιά
σε μια χωριάτα σαν κι εσέ, όταν φιλία από καρδιά
δέσει δυο ολόθερμες καρδιές με τα γλυκά της τα δεσμά 
 φτάνει η μια να μην ξεγελά την άλλη, μόνο ειλικρινά
με τίμια αγάπη να δεθούν, ως με τον τάφο, τρυφερά".

"Αφέντη, αυτός που από έρωτα πολύ χάνει τα μυαλά,
παίρνει όρκους πρόθυμα φριχτούς, εγγυέται, υπόσχεται πολλά.
Μα 'γω, άρχοντά μου ευγενικέ", μου λέει η χωριάτα πονηρά,
"τι να σου πω. Η αγάπη αυτή, που μου χαρίζεις, με τιμά.
Όμως για τόση δα τιμή θαρρώ πως σαν πολύ ακριβά
θα 'ναι αν σου δώσω ό,τι ζητάς: τιμή, αρετή και παρθενιά,
κι ωφέλεια να 'χω μοναχά της πουτανιάς τη ρετσινιά!".

"Μικρούλα, κάθε πλάσμα ζωντανό στη φύση του γυρνά.
Έλα άφοβα λοιπόν κι εσύ σ' αυτόν που τόσο σ' αγαπά,
και γύρε μέσα 'δω απαλά στη διψασμένη μου αγκαλιά.
Με χάδια και θερμά φιλιά θα ζευγαρώσουμε κρυφά
σ' αυτό το βοσκοτόπι εδώ, χωριατοπούλα μου γλυκιά,
και θα κρυφτούμε ώστε κανείς δε θα μας πάρει μυρωδιά,
σαν θα χαιρόμαστε μαζί τις γλύκες του έρωτα τρελά".

"Αφέντη, ως λέει η λογική, πάντα αφορμή ο τρελός ζητά
να κάνει τρέλες, κι ο τρανός ιππότης  μόνο κυνηγά
την περιπέτεια που θα βρει σε πριγκιπέσσας αγκαλιά,
και τη χωριάτισσα ο φτωχός χωριάτης θέλει μοναχά.
Όποιος λοιπόν της λογικής τούτο το μέτρο δεν κρατά
στα σίγουρα είναι παλαβός κι αγέρα φρέσκο κοπανά.
Τα λόγια τούτα τα σοφά μια παροιμία τα λέει παλιά".

"Μικρούλα μου, ως τα τώρα εγώ δεν έχω δει πιο πονηρό
μουτράκι απ' το δικό σου, ακούς; Ούτε κανένα θηλυκό,
που άκαρδο να' ναι σαν κι εσέ κι έτσι ανελέητα σκληρό".

"Αφέντη, στάσου κι άκου αυτόν της κουκουβάγιας το χρησμό:

- Άλλος κοιτάζει μ' ανοιχτό στόμα φαΐ  ζωγραφιστό
κι άλλος προσμένει να δεχτεί μάννα απ' τον ουρανό!".

μετάφραση, Σπύρος Σκιαδαρέσης

_____

- παστορέλα, η: είδος ποιμενικής ποιητικής σύνθεσης προβηγκιανής προέλευσης, ποίημα των παιδιών μπροστά στη φάτνη, απομίμηση ποιμενικής μουσικής στη λειτουργία των καθολικών κατά τα Χριστούγεννα.
- Η Προβηγκία, όπου κυρίως αναδείχτηκε η ποίηση των τροβαδούρων, είναι ιστορική περιοχή στα νοτιοανατολικά της Γαλλίας, όπου και η Μασσαλία που την ίδρυσαν οι Φωκαείς το 546 π.Χ.. Κατακτήθηκε απ’ του Ρωμαίους τον 2ο π.Χ. αιώνα. Από το 1246 μ.Χ. έγινε μέρος του Γαλλικού στέμματος. Στη Γαλλία ενσωματώθηκε οριστικά το 1486 μ.Χ. Λόγω της άμεσης γειτνίασης με την Ιταλία υπάρχει μια ιδιαιτερότητα στην ομιλία, στην ενδυμασία και στις συνήθειες. Στον μεσαίωνα, μέχρι περίπου τον 12ο αι. οι τροβαδούροι προβηγκιανοί ποιητές και τραγουδιστές αποτελούσαν μέρος του προβηγκιανού πολιτισμού, προστατευόμενοι συχνά των ισχυρών της εποχής στις αυλές των οποίων τραγουδούσαν.