ΖΩΗ ΚΑΡΕΛΛΗ, ΓΙΩΡΓΟΣ ΜΕΤΣΟΛΗΣ, ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΟΥΖΟΣ, ΑΝΘΟΛΟΓΙΑ ΤΡΙΩΝ ΗΧΩΝ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 8:16 μ.μ.

0

Ζωή Καρέλλη

Η συνοδεία των ποιητών

Να, τούτ' είναι η συνοδεία
απ' τους ιερείς του λόγου,
που παν τραγουδώντας, γιατί
μόνο να τραγουδούν, να λεν
λόγια ξέρουν αυτοί κι' από κει πέρα
τίποτ' άλλο μην περιμένεις
απ' το χέρι τους. Ούτε καμιά τελετή
επιβλητική, ούτε λειτουργία
ξέρουν άλλη, παρά μόνο ν' απαγγέλλουν,
ν' αγγέλουν λόγια, που λεν πως τα βλέπουν.
Για κοίταξε το βλέμμα τους∙
λένε πως βλέπουν αγγέλους
οι άνθρωποι αυτοί,
πως οι άγγελοί τούς δίνουν λόγια
ν' αγγίξουν στα διψασμένα στόματα.
Πράγματι, νηστεύουν και φαίνονται
στερημένοι. Κοίταξε τα πρόσωπά τους,
είν' αλλόκοτα, έτσι αλλοιωμένα
που μιλούν, έτσι που θέλουν
να μας πείσουν πως μας χαρίζουν
των αγγέλων τα δώρα,
αγγελίες υπέροχες. Τα ζητούν
με προσευχές και μεγάλους καημούς
παρακαλούν με αγώνα,
τα δέχονται με συντριβή.
                Είναι
πράγματι άλλη των ματιών τους η έκφραση
κι' αλλιώτικα γίνονται τα μιλήματα
που αυτοί τραγουδούν, οι ποιητές,
για να αιστανθούμ' εμείς τις διαφορές τους.
Βέβαια να τυραννιστούν αυτοί πρέπει,
για να πιστέψουμ' εμείς,
για να μας πείσουν. Έχουμ' άλλες
απασχολήσεις εμείς, αυτοί
απασχολούνται με τα μάταια λόγια.
Θέλουν να τα συγκρατήσουν,
να μας τα χαρίσουν λεν,
για να τους δεχτούμε στην τελετή
της ζωής. Τούτοι των λόγων
οι άνθρωποι για να μας κερδίσουν,
λεν, πως θα μας ονομάσουν εμάς
και τη σημασία της ζωής μας.

_____

Γιώργος Μετσόλης

Να θυμάσαι τους νεομάρτυρες

Αυτό τ’ αναιμικό παιδί με το κονσερβοκούτι στη μασχάλη
την  κ α τ ο χ ή μου θυμίζει, τον καημό του ψωμιού,
την κρεουργημένη ελευθερία.

Θυμάμαι, είχα ψαλιδίσει τα όνειρα μικρά κομματάκια,
τα φύλαγα στο συρταράκι με λαχτάρα και καρτέραγα την Άνοιξη
να λυώσουνε τα κρύσταλλα
«να ρθούνε τ’ άλλα πουλιά και τ’ άλλα μου τ’ αδέρφια».
Μην αφεθείς αγόρι μου στην αγκαλιά του μακάριου ύπνου
πριν εξαντλήσεις ως τη στερνή πικρή ρανίδα
τη γεύση της στέρησης!
Η αφύπνιση – το λεν αυτοί
που ασκήθηκαν σε στρατόπεδα έντρομης αγρύπνιας –
θάναι στάλα μελιού στα μάτια, γλυκύτατη
παιδική αφύπνιση, με φιλί, με βυζί, με τραγούδι,
με αψίδα παιχνιδιών στο ζεστό πουπουλένιο προσκεφάλι.

Δίχως ιμάτιο, μπορείς, μπορείς ν’ άνέβεις την κλίμακα
ξαλαφρωμένος, να προσπέσεις στην πύλη της Δικαιοσύνης
«ενώπιον του φοβερού βήματος».
Δίχως ιμάτιο είσαι ελεύθερος να ελπίζεις – το λεν αυτοί
που ασκήθηκαν να κρύβονται σε τάφους, να βυθίζουν
στη φωτιά τα δάχτυλα, αυτοί που κάθε βράδυ
πιάναν ψιλή κουβέντα κι απανωτά κερνούσαν
φλόγα από τσικουδιά και θάνατο.

Πες ν’ ανοίξουν το στόμα και θα καταλάβεις πολλά
από τα λειψά τους δόντια.
Πες ν’ ανοίξουν το πουκάμισο και θα καταλάβεις πολλά
από πληγές επουλωμένες στα πλευρά στις σπάλες.
Πέρασε τα δάχτυλά σου στα μαλλιά τους, έτσι
όπως μας ψείριζε η γιαγιά στα γόνατά της
και
θα σκοντάψεις σε σκάμματα βαθειά, σε γη
σβαρνισμένη από βούρδουλα και καρτερία.

_____


Νίκος Καρούζος

Διάλογος πρώτος

Σα να μην υπήρξαμε ποτέ
κι όμως πονέσαμε απ' τα βάθη.
Ούτε που μας δόθηκε μια εξήγηση
για το άρωμα των λουλουδιών τουλάχιστον.
Η άλλη μισή μας ηλικία θα περάσει
χαρτοπαίζοντας με το θάνατο στα ψέμματα.
Και λέγαμε πως δεν έχει καιρό η αγάπη
να φανερωθεί ολόκληρη.
Μια μουσική
άξια των συγκινήσεών μας
δεν ακούσαμε.
Βρεθήκαμε σ' ένα διάλειμμα του κόσμου
ο σώζων εαυτόν σωθήτω.
Θα σωθούμε από μια γλυκύτητα
στεφανωμένη με αγκάθια.
Χαίρετε άνθη σιωπηλά
με των καλύκων την περισυλλογή
ο τρόμος εκλεπτύνεται στην καρδιά σας.
Ενδότερα ο Κύριος λειτουργεί
ενδότερα υπάρχουμε μαζί σας.
Δεν έχει η απαλή ψυχή βραχώδη πάθη
και πάντα λέει το τραγούδι της υπομονής.
Ω θα γυρίσουμε στην ομορφιά
μια μέρα...
Με την θυσία του γύρω φαινομένου
θα ανακαταλάβει η ψυχή τη μοναξιά της.