Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ ΑΣΠΡΟΚΟΡΑΚΑΣ, ΣΕΛΙΔΕΣ ΘΕΑΤΡΟΥ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 7:26 μ.μ.

0



Ο τελευταίος Ασπροκόρακας, Αλέξη Σολωμού (αποσπάσματα)

«…Στ’ απύθμενα βάθη του δραματουργικού μου μαρασμού θα μου απλώσει και πάλι το σωτήριο χέρι του ο Κουν. Θεωρεί, καθώς μου λέει, την κωμωδία μου “Ο τελευταίος Ασπροκόρακας» σαν το καλύτερο ελληνικό έργο απ’ όσα έχει διαβάσει τελευταία και θέλει να την ανεβάσει. Πολύ φοβάται αν το κοινό θα την καταλάβει, μα είναι έτοιμος να κάνει το τόλμημα. Να πούμε την αλήθεια, δεν είναι κι ο ίδιος ολότελα αμέτοχος στην έμπνευση της δραματικής ιδέας. Από τον καιρό που του διάβαζα τα παλαιότερα έργα μου, προσπαθούσε να με προσανατολίσει στην αστική σάτιρα, στη γελοιογράφηση της μπουρζουαζίας…Η κωμωδία τούτη – μια μασκαράτικη παρωδία βαρύγδουπου κοινωνικού δράματος ζωντανεμένη από ανθρώπινες μαριονέτες – μας “διδάσκει” πως μονάχα οι ξιπασμένοι λογαριάζουν τους εαυτούς τους άσπρους κόρακες, αντί μαύρους σαν όλους τους απλούς ανθρώπους. Δίκην Δον Κάρλος ή νεαρού Μπόργκμαν, ο τελευταίος γόνος της οικογένειας Ασπροκόρακα, ο Νικηφόρος, μεγαλωμένος κάτω από την καταπιεστική δόξα του νεκρού πατέρα του – πούχε ανακαλύψει… – επαναστατεί τελικά και, στο πείσμα της αγέρωχης κι αδιάλλαχτης φαμίλιας, παντρεύεται την… που ποθεί η καρδιά του. Με την παράσταση αυτή συντελείται το θεατρικό ντεμπούτο της Αλέκας Κατσέλη (τότε Μαζαράκη), του Γκιωνάκη, του Δημήτρη Νικολαΐδη σαν ρομαντικού ζεν-πρεμιέ και του Μάνου Χατζηδάκι, που συνθέτει τα πρώτα του θεατρικά τραγούδια, “Νικαράγουα” και  “Το όνομά μου είναι Ρόζα”…Στην πλατεία έχουνε δώσει ραντεβού όλοι οι κουλτουριάρηδες των ημερών, εχθροί και φίλοι... Ωστόσο οι κριτικές της τότε παράστασης ήτανε διχασμένες…
- «Απ’ την πρώτη στιγμή αισθάνθηκα να διοχετεύεται μέσα μου, μαζί με μιαν αναζωογονητική έκπληξη, ένας ηλεκτρισμός, ένας μαγνητισμός, μια σατιρική και ποιητική πνοή εξαίρετης ποιότητας» (Ά. Θρύλος, Νέα Εστία).
- «Η πιο μεγάλη του αρετή είναι ο ασύγκριτος σατιρικός του οίστρος, ένα στοιχείο που ξεπερνάει τα συνηθισμένα μέτρα» (Ι.Στογιάννης, Βραδυνή)
- «Σε μερικά χρόνια ο συγγραφέας κι ο κ. Κουν θ’ απορούν με την τόλμη τους – από ευγένεια ας το πούμε τόλμη» (Θ. Καστανάκης, Σκέψη).
- «…είχα θαυμάσει το θάρρος του να σκίσει το έργο που ήταν έτοιμος ν’ ανεβάσει ο Αργυρόπουλος – και μακάρι να είχε κάνει το ίδιο και για τούτο» (Α. Μαμάκης, Αθηναϊκά Νέα)…Νιώθω ένα τριπλό αίσθημα: ικανοποίηση για το έργο μου, ευγνωμοσύνη για όσους εργάστηκαν γι’ αυτό κι απογοήτεψη για τους θεατές εκείνους που το δέχτηκαν αρτηριοσκληρωτικά. Πολλοί από δαύτους είναι οι ίδιοι που κρατούνε σήμερα στα χέρια τους το θεατρικό status quo, χάρη στη μπομπότα που πουλάνε στο κοινό. Αυτοί είναι που κλείσανε το δύσμοιρο κι αγαθό κοινό στο ζωολογικόν κήπο και το κάνανε να ξεχάσει τη λευτεριά του δάσους».

Αλέξης Σολωμός

*

……….
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Τι ώρα είναι Κλεάνθη;
ΚΛΕΑΝΘΗΣ, Πέντε παρά τέταρτο.
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Ο Νικηφόρος έπρεπε να ’ναι κάτω.
ΡΩΞΑΝΗ, Ο Νικηφόρος είναι κάτω. ¨Εδωσα όμως διαταγή να του ετοιμάσουν ένα φλυτζάνι καφέ. Θα του δώσει τη δύναμη που χρειάζεται, για να μας ακούσει.
ΣΩΤΟΣ, Ο Νικηφόρος είναι εικοστριώ χρονώ. Ο Νικηφόρος είναι ο τελευταίος απόγονος της οικογένειας Ασπροκόρακα. Θα ’πρεπε να ’χει τη δύναμη ν’ αντιμετωπίσει το οικογενειακό συμβούλιο, δίχως καφέ.
ΡΩΞΑΝΗ, Ο Νικηφόρος ήταν απ’ τα μικρά του χρόνια πολύ ευαίστητο παιδί. Όταν τον είχαμε πάει για να κόψει τις αμυγδαλές του, αντικρίζοντας το γιατρό, λιποθύμησε. Όταν βγήκε μια φορά στις εξετάσεις για ν΄απαγγείλει κάποιο ποίημα, λιποθύμισε. Και μέσα στην εκκλησία, όταν πήγε να φιλήσει το φέρετρο του πατέρα του, λιποθύμισε.
ΣΩΤΟΣ, Ο Νικηφόρος δεν είναι πια παιδί – είναι άντρας –Έχει υπηρετήσει στο στρατό.
ΡΩΞΑΝΗ, Ναι – μα καταφέραμε να τον αποσπάσουν στο ιδιαίτερο γραφείο του στρατηγού, του φίλου σου – κι έτσι δεν γνώρισε τη στρατιωτική ζωή.
ΣΩΤΟΣ, Γνώρισε όμως ένα στρατηγό. Κι έτσι – μαζί με μένα – έχει γνωρίσει ίσαμε τώρα δυο στρατηγούς. Αυτό τάχα δεν είναι τίποτα;
……….
ΣΩΤΟΣ, …Νομίζω…νομίζω πως η Βιργινία πρέπει να αναλάβει την πρωτοβουλία της σημερινής μας συγκέντρωσης
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Όχι. Η πρωτοβουλία ανήκει δικαιωματικά στον υπουργό. Κλεάνθη, εσύ ’σαι ο ενδεδειγμένος.
……….
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, …Εσύ διοικούσες τα εσωτερικά της Ελλάδας – ώστε πρέπει να ’σαι σε θέση να διοικήσεις και τα εσωτερικά της οικογένειάς σου. Κλεάνθη, εσύ θα μιλήσεις στο Νικηφόρο.
ΚΛΕΑΝΘΗΣ, Να μιλήσω… Τι νομίζεις, πρέπει να του  μιλήσω επίσημα;
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Η στιγμή είναι επίσημη. Έχει σημασία ιστορική.
ΚΛΕΑΝΘΗΣ, Τότε θα του μιλήσω στην καθαρεύουσα.
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Πολύ σωστά.
ΡΩΞΑΝΗ, Η Άννα-Μαρία δεν πρέπει να μείνει. Τη συζήτηση που θα γίνει δεν αρμόζει να την ακούσουν τα παρθενικά της αυτιά. Η Άννα-Μαρία είναι το πιο λευκό λουλούδι της οικογένειας.
..........
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Άννα-Μαρία, πίστευα πως η δασκάλα σου δεν σε είχε διδάξει…
ΑΝΝΑ ΜΑΡΙΑ, Ναι…μα μου το είπε η Ερατώ.
ΡΩΞΑΝΗ, Η κόρη της μαγείρισσας…
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Πίστευα πως ήσουν πιο εκλεχτικός με τις συναναστροφές της κόρης σου, Σώτο. Από δω και  μπρος θα επιμεληθώ εγώ.
ΣΩΤΟΣ (απειλητικά), Άννα Μαρία.
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Περιττό. Βλέπεις πώς κατέβασε τα μάτια. Είναι μια πραγματική κόρη Ασπροκόρακα.
ΣΩΤΟΣ, Απ’ τον άλλο μήνα θα τη στείλω στις καλόγριες. Αν ήταν αγόρι, θα την έβαζα στο στρατό. Αλλά κ’ οι καλόγριες είναι ένα είδος στρατού. Θα γνωρίσει τι θα πει πειθαρχία.
ΚΛΕΑΝΘΗΣ, Ίσως θα ’πρεπε να παντρευτεί. Έχω την εντύπωση πως οι γυναίκες δε μπορούν να κάνουν χωρίς γάμο.
ΣΩΤΟΣ, Όχι πρέπει πρώτα να παντρευτεί η Αλεξάντρα – φυσικά όταν θα ’χει πια συμπληρώσει έξι χρόνια στις καλόγριες. Χρειάζεται και στην Άννα-Μαρία μια εξαετής θητεία, κι ο γάμος έρχεται κατόπι.
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Όχι. Η Άννα-Μαρία δεν θα παντρευτεί ποτέ. Ο προορισμός της είναι να πάρει τη δική μου θέση, όταν εμένα θα με προσκαλέσουν κοντά τους οι προσφιλείς εκείνοι νεκροί.
ΡΩΞΑΝΗ, Αμήν…(χτύπος στην πόρτα).
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Χτυπούν. Θα είναι ο Νικηφόρος. Κλεάνθη είσαι έτοιμος;
ΚΛΕΑΝΘΗΣ, Είμαι.
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Φόρεσε το μονόκλ. Σώτο, καλό είναι να βάλεις τα παράσημά σου. Είναι στο συρτάρι του γραφείου.
(ο Σώτος υπακούει).
Κι εσύ, Ρωξάνη, μη ξεχνάς πως είσαι μητέρα. Ξέρεις ποια ήταν η πρώτη αρετή σ’ ολες τις μητέρες της οικογένειάς μας;
ΡΩΞΑΝΗ, Η υποταγή στο καθήκον;…
ΣΩΤΟΣ, Η πειθαρχία;…
ΚΛΕΑΝΘΗΣ,  Η πρωινή γυμναστική;...
ΑΝΝΑ-ΜΑΡΙΑ, Το πιάνο;...
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Το όνομα. Ρωξάνη Ασπροκόρακα, να φανείς αντάξια εκείνων. Είμαστε όλοι έτοιμοι;…Νικηφόρε, μπορείς να μπεις.
(μπαίνει ο Νικηφόρος. Ιδιαίτερο χαρακτηριστικό: είναι νέος).
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ, χαμογελώντας ευγενικά: - Καλημέρα μητέρα...
……….
ΚΛΕΑΝΘΗΣ, Ο πατήρ σου,  Νικηφόρε, παραθερίζων ποτέ εις το χωρίον Μηλιαρίτσα του νομού Φθιωτικοφωκίδος, παρετήρησε ότι μύγαι τινές του χωρίου δεν είχον έξι πόδας, ως αι μύγαι όλου του κόσμου, αλλά μόνον πέντε. Ως ήτο φυσικόν, το παράδοξον τούτο φαινόμενον εκίνησε το επιστημονικόν ενδιαφέρον του πατρός σου, και ούτω, από την ημέραν εκείνην έθεσεν ως σκοπόν της ζωής του να ανακαλύψει τα αίτια και τας αφορμάς της μη υπάρξεως του έκτου ποδός…
……….
ΡΩΞΑΝΗ, Είμαι υπερήφανη που έχω τ’ονομά του…Τον θεωρούσα ιδανικό επιστήμονα.
……….
ΚΛΕΑΝΘΗΣ,…Η διηνεκής αύτη προσπάθεια, η υπερκόπωσις, η στέρησις τροφής και ύπνου, και προπαντός η φοβερά αγωνία οδήγησαν τον πατέρα σου εις τον τάφον – τον οδήγησαν εις τον τάφον πριν ή δυνηθή να τοποθετήσει εις την επιστήμην την μύγαν με τους πέντε πόδας, δίδων εις αυτήν το όνομα «μύγα Ασπροκόρακα»
……….
ΚΛΕΑΝΘΗΣ, Διατί να επιτρέψειτην ζωήν η φύσις εις ένα Παστέρ…και να μη επιτρέψει την ζωήν εις έναν Ασπροκόρακα;…Διατί;  κύριοι;..Διατί; Ερωτώ τας αοράτους δυνάμεις, διατί;…
……….
ΒΙΡΓΙΝΙΑ,…Νικηφόρε, το οικογενειακό συμβούλιο σου αναθέτει να φέρεις εις πέρας το έργο του πατέρα σου – να ανακαλύψεις και να κατατάξεις τη μύγα Ασπροκόρακα…
……….
ΣΩΤΟΣ,…Το πρώτο που έχεις να κάνεις είναι να πάρεις το δίπλωμά σου. Και ύστερα να ξεκινήσεις για τη Μηλιαρίτσα.
……….
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ, Θα το πάρω, μείνετε ήσυχοι.
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Σε λίγες μέρες είναι οι διπλωματικές εξετάσεις, Νικηφόρε – κι όμως η οικογένεια δεν σε είδε να μελετάς καθόλου.
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ, Μελετάω, θεία
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Πότε μελετάς, Νικηφόρε; Όλη τη μέρα λείπεις.
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ, Μελετάω τη νύχτα, θεία.
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Τη νύχτα;… Είσαι βέβαιος Νικηφόρε;
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ, Ναι…θεία.
ΒΙΡΓΙΝΙΑ ( κοιτώντας ένα γύρω τους άλλους), - Νικηφόρε…Το οικογενειακό συμβούλιο έχει να σου κάνει κι άλλη μια ανακοίνωση. Είναι το πιο λεπτό και δυσάρεστο σημείο της σημερινής μας αποστολής.
……….
ΡΩΞΑΝΗ, Καλύτερα να καθήσει κάπου. Είμαι βέβαιη πως θα λιποθυμήσει.
……….
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Μάθε, λοιπόν, Νικηφόρε, πως η οικογένεια πληροφορήθηκε – πώς το πληροφορήθηκε δεν σ’ ενδιαφέρει – πάντως η οικογένεια πληροφορήθηκε – κι αυτό έχει σημασία –πώς περνάς τις νύχτες σου, Νικηφόρε – κι όχι μονάχα μια ή δυο, αλλά όλες τις νύχτες…
……….
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Μη με διακόπτετε – εγώ ξέρω καλύτερα πώς πρέπει να μιλήσω. Πως περνάς όλες σου τις νύχτες, Νικηφόρε, σ’ ένα κέντρο αμφιβόλου υπολήψεως και μ’ ένα πρόσωπο αμφιβόλου ηθικής -…Η οικογένεια δε θέλησε ούτε για μια στιγμή να πιστέψει τις συκοφαντίες αυτές…
ΚΛΕΑΝΘΗΣ, Δεν είναι δυνατό να πηγαίνεις σε τέτοιο κέντρο...
ΣΩΤΟΣ, Και να συναναστρέφεσαι με μια τέτοια γυναίκα…
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Ξέρεις ποια είναι η μεγαλύτερη αρετή του αντρός;
ΡΩΞΑΝΗ, Η υποταγή στο καθήκον.
ΣΩΤΟΣ, Η πειθαρχία.
ΚΛΕΑΝΘΗΣ, Η πρωινή γυμναστική
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ, Το πανεπιστήμιο…
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Το όνομα…Απάντησέ μας, Νικηφόρε, χωρίς ούτε στιγμή να ξεχάσεις πως είσαι ένας Ασπροκόρακας.
……….
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Σιωπή…Συναντιέσαι με το αμφίβολο πρόσωπο;
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ, Συναντιέμαι, θεία. (πετιούνται όλοι απάνω).
……….
ΣΩΤΟΣ, Τι έκανε λέει;
ΚΛΕΑΝΘΗΣ, Είναι καταπληκτικό…
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Σιωπή…Καθήστε όλοι κάτω…
(Κάθονται. Η Βιργινία καταβάλλει μεγάλη προσπάθεια για να κρατήσει τη μεγαλειώδη ηρεμία της).
-          Νικηφόρε, κάνε μου, σε παρακαλώ, τη χάρη να κοιτάξεις εκεί, στον τοίχο.
Είναι το οικόσημο της οικογένειάς μας. Χρυσό πλαίσιο, με σταυρούς, με σπαθιά και με δάφνες – και μέσα στη μέση ένας άσπρος κόρακας. Οι κόρακες έχουν όλοι μαύρο χρώμα – αυτό ο καθένας το ξέρει. Ο άσπρος κόρακας είναι ένα σπάνιο πουλί – ένα πουλί που δεν υπάρχει. Εξ ου και το όνομα της οικογένειάς μας. Το κοίταξες καλά το οικόσημο, Νικηφόρε;
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ, Το κοίταξα, θεία.
……….
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ, Θα σας απαντούσα, αν ήμουνα βέβαιος πως θα με καταλάβετε.
ΒΙΡΓΙΝΙΑ ( σε ύστατη προσπάθεια), Νικηφόρε, ποιο είναι το ιδανικό της ζωής;
ΡΩΞΑΝΗ, Η υποταγή στο καθήκον.
ΣΩΤΟΣ, Η πειθαρχία.
ΚΛΕΑΝΘΗΣ, Η πρωινή γυμναστική.
ΒΙΡΓΙΝΙΑ, Το όνομα.
ΝΙΚΗΦΟΡΟΣ, Όχι, θεία…Νομίζω κάτι άλλο. Αλλά φοβούμαι πως δεν θα με καταλάβετε. Σας ζητώ συγγνώμη. (Βγαίνει. Μεγάλη παύση).
ΒΙΡΓΙΝΙΑ (σιγά), Δεν είναι άξιος να λέγεται Ασπροκόρακας.
……….
ΚΛΕΑΝΘΗΣ, Νέος είναι όμως…Και η ζωή έχει πάντα τόσα…
ΒΙΡΓΙΝΙΑ (τον κόβει), Σιωπή, Κλεάνθη…Οι αθάνατοι νεκροί μας θα θρηνούν από κει ψηλά για την κατάπτωση του ονόματός μας….Ο Νεόφυτος  Ασπροκόρακας, ο διδάσκαλος του γένους…
ΣΩΤΟΣ, Ο Επαμεινώνδας Ασπροκόρακας, ο εθνικός ποιητής.
ΚΛΕΑΝΘΗΣ, Ο Βασίλειος Ασπροκόρακας, ο μητροπολίτης.
ΡΩΞΑΝΗ, Η Βικτωρία Ασπροκόρακα, η ηρωίδα της ελληνικής επαναστάσεως, που έψησε καφέ στο ναύαρχο Δεριγνύ…
……….