SPARTAC HALIM, ΕΝΑ ΠΑΙΔΙ ΤΩΝ ΦΑΝΑΡΙΩΝ, ΠΟΙΗΣΗ ΚΑΙ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΣΑΝ ΑΠΟΤΕΛΕΣΜΑ ΚΑΙ ΣΑΝ ΕΡΕΘΙΣΜΑ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 10:20 π.μ.

0

"Τα παιδιά των φαναριών, Spartac Halim, Η σύλληψη"

(δείτε στην ενότητα "Υπάρχει θέμα...σπάνια στιγμιαίο)



Ο Σπαρτάκ (Νίκος) στο σπίτι μου, δυο περίπου χρόνια μετά την περιπέτειά του και την επιστροφή στην Ελλάδα. Η ιστορία του μου είναι σε όλες τις λεπτομέρειες γνωστή. Μια ιστορία χαρακτηριστική και αποκαλυπτική...

Θα παρακολουθήσουμε όμως κάποιες πτυχές της παρακάτω. Προς το παρόν συνδυάστε τη φωτογραφία με το video που ακολουθεί.


Ιδού λοιπόν.



…άρπαξαν τότε βίαια τον χαμογελαστό Spartac απ’ τον γιακά μπροστά στο φανάρι. Μόλις είχε τελειώσει ένα παρμπρίζ. Τόσο βίαια σαν να ήταν ένα μικρό επικίνδυνο κακοποιό σκουπίδι. Φαίνεται φοβήθηκαν το οχτάχρονο παιδί.  Ήταν ντυμένοι με πολιτικά. Ο «αυτόπτης μάρτυρας» πλησίασε με θυμό και ζήτησε εξηγήσεις και ταυτότητα. Του την έδειξαν. Έκαναν «συνειδητά» τη δουλειά τους.  Ύστερα, ήλθε κι ο αστυνομικός με τη στολή. Το παιδί, δακρυσμένο και τρέμοντας, έσφιξε τα χέρια του στο παντελόνι του «αυτόπτη». «Σε παρακαλώ μη τους αφήσεις να με πάρουν». Και τον κοιτούσε παρακλητικά με τα βαθιά του μάτια. Αντίσταση κατά της Αρχής θα δικαιολογούσε και τη δική του σύλληψη. Όμως τους ακολούθησε στην Ασφάλεια. Και μπήκε στο ίδιο γραφείο μαζί με το παιδί. «Έκλεβε» του είπαν. «Δεν έκλεβε» τους είπε. «Ζητιάνευε» του είπαν. «Δεν ζητιάνευε» τους είπε. «Τότε θα το αφήσουμε ελεύθερο αν το πει ο Εισαγγελέας». «Καλέστε με αν χρειαστεί. Θα είμαι μάρτυρας», και έφυγε -  ελπίζοντας  – με την απόφαση να επιστρέψει.


Μετά από δυο-τρεις μέρες οδήγησαν τον Spartac μαζί με άλλα παιδιά σε ερημική τοποθεσία στα σύνορα (ρομά από την Αλβανία ήταν, περίπου οχτώ χρονών τότε). «Εμπρός δρόμο». Δεν τον ρώτησαν για τους γονείς του ή, κι αν ρώτησαν, σίγουρα θα έμαθαν πως βρίσκονταν στην ίδια πόλη - επομένως η ευθύνη της αδιαφορίας μεγαλώνει -  δεν τους αναζήτησαν, δεν τους ενημέρωσαν, δεν σκέφτηκαν καν σαν γονείς, δεν τους περίμεναν έστω. Κι αυτοί έψαχναν απελπισμένα στους δρόμους και στα νοσοκομεία (η μητέρα με καρδιά και πολλά φάρμακα). Δεν τον ρώτησαν αν έχει να φάει, αν έχει χρήματα (και δεν είχε), πού θα πάει. Άραγε να έκαναν εξαίρεση… και να ρώτησαν τα υπόλοιπα; Ρητορικό το ερώτημα και στην κρίση σας.

Ο «αυτόπτης», περιμένοντας μάταια, επισκέφτηκε πάλι την Ασφάλεια μια βδομάδα αργότερα. «Τον αφήσαμε ελεύθερο. Ο εισαγγελέας είπε πως εκτελούσε εργασία». Στεγνά και (σαφώς) υποκριτικά, ίσως και ειρωνικά.  Κι αυτός έφυγε ήρεμος που δεν είχαν κατηγορήσει το παιδί ψευδώς για κλοπή ή ζητιανιά. Δεν ήξερε τίποτε για το «ανθρωπιστικό» (;) σχέδιο «απλωμένα χέρια» του 1998.


Μετά από μήνες συνάντησε τυχαία τον Halim (Νίκος συστηνόταν πάντα), λίγο μεγαλωμένο και πιο ώριμο. «Χάρηκα που σε άφησαν ελεύθερο». «Δεν με άφησαν. Με κράτησαν… δεν σκέφτηκαν… ούτε… και ύστερα με πήγαν…» (όσα δηλαδή γράφω παραπάνω). Άπταιστα πάντα Ελληνικά, σε άψογη προφορά, εννιά περίπου χρονών τότε, δεν ήξερε σχεδόν Αλβανικά…


Ο Σπαρτάκ, χωρίς τροφή, χωρίς χρήματα, χωρίς στέγη, χωρίς γονείς ή προστάτη, περπάτησε χιλιόμετρα μέχρι το πρώτο σπίτι και τους τηλεφώνησε. Πόσα άλλα από εκείνα τα παιδιά κι απ’ τα υπόλοιπα που εγκαταλείφθηκαν στα σύνορα, μπόρεσαν να κάνουν το ίδιο; Ο πατέρας του τον έφερε πίσω στην Ελλάδα. Ευτυχώς -τουλάχιστο - δεν ξαναπήγε στα φανάρια.


Είναι χρόνια παντρεμένος, έχει δυο παιδιά (το πρώτο το ονόμασε Γιώργο), συνεχίζει να μένει στην Πάτρα και ψάχνει για παλιοσίδερα στη χωματερή για να τα ζήσει, βρίσκοντας σιδερένια ψίχουλα. Όμως έμεινε εδώ, κι εδώ στέλνει τα παιδιά του στο σχολείο, γιατί εδώ ήθελε πάντα…


Δεν είναι, στην περίπτωση αυτή, το θέμα των « παιδιών των φαναριών», δεν είναι το πρόβλημα της παιδικής εκμετάλλευσης. Αυτά είναι σίγουρα σοβαρότατα φαινόμενα και προβλήματα, που πρέπει να επιλύονται. Όπως αρμόζει όμως σε ένα παιδί. Το θέμα είναι η βιαιότητα, η σκληρότητα, το ψέμα, η εγκατάλειψη που είναι το ίδιο κακή με την εκμετάλλευση, η αδιαφορία για το ψωμί - επομένως έμμεσα και για τη ζωή τους -  ο χωρισμός απ’ τους γονείς απ’ τους οποίους – έστω - θα έπρεπε να ζητήσουν ευθύνες βρίσκοντάς τους. Δεν θα τους ήταν δύσκολο. Πώς σώζεις άραγε και πώς φροντίζεις μια τρυφερή ζωή παραδίνοντάς την απ’ το κακό σ’ ένα ίδιο κακό, και κάποτε σε χειρότερο!


Εκατοντάδες λοιπόν χαμένα παιδιά, μείον ο Spartac για τον οποίο ο αυτόπτης μάρτυρας - χωρίς πλέον εισαγωγικά - σας μίλησε. Θέλει όμως κι αυτός απαντήσεις και για τα υπόλοιπα.


Γιώργος Τσακιράκης Κρης