ΠΟΙΗΤΙΚΟΙ "ΑΝΤΙΛΑΛΟΙ" ΣΤΗΝ ΤΙΘΟΡΕΑ ΠΑΡΝΑΣΣΟΥ, ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ (ΠΑΡΑ)ΔΕΙΓΜΑΤΑ
Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in ΠΡΟΤΑΣΕΙΣ ΚΑΙ (ΠΑΡΑ)ΔΕΙΓΜΑΤΑ | Posted on 9:12 π.μ.
0
«Πολιτιστικό σοκ» ήταν η κοινή διαπίστωση φέτος την Πρωτομαγιά που βρεθήκαμε στην Τιθορέα, ένα χωριό στους πρόποδες του Παρνασσού, για μια συν-μετάληψη Ποίησης και Άνοιξης. Αναρωτιέται ίσως ένας «κοσμοπολίτης» ποιητής ή πιο αγνά και ταιριαστά ένας «ποιητής του κόσμου», που ενδεχόμενα αναζητάει μιαν ευλογία σε μια μεγάλη (γεμάτη θα την ονειρεύεται) αίθουσα μιας μεγάλης πόλης για να εναποθέσει «τα μυστήριά του» και περιμένει-ίσως δίκαια- να του αποδώσουν ένα στεφάνι «στο τέλος της γιορτής»: «Τι να το κάνω το χωριό; Σε ποιους θα καταθέσω τα ποιητικά μου μυστήρια; Η ποιητική μου Ανατολή δεν μπορεί να κατοικεί εκεί». Και τυχαίνει έτσι να ξεκινάει μιαν εσωτερική δύση. Κι όμως, η ποιητική Ανατολή βρισκόταν εκεί. Στις Βελίτσες Παρνασσού, το άλλο όνομα της Τιθορέας, κάτω από τον εντυπωσιακό κρεμαστό βράχο του βουνού που την σκιάζει. Κι αυτή από κάτω, λίκνο της δροσιάς του. Ολόκληρο το χωριό άφησε κάθε άλλη ασχολία-ακόμα και την σοβαρή ασχολία του καφενείου- και κάτω από αμφίβολο καιρό, που σε έκανε να κοιτάς κάθε λίγο τον ουρανό, «ανηφόρισε». Το «ανηφόρισε» είναι κυριολεξία. Ένα σύνολο διακοσίων περίπου ανθρώπων, από παιδιά μέχρι υπερήλικες. Να παρακολουθούν πραγματική ποίηση -όχι ατυχείς στίχους- έντεχνη μουσική, δρώμενα, χαρά και λύπη όπως ταιριάζει στην Πρωτομαγιά, καθηλωμένοι με σοβαρότητα, εναλλασσόμενη με καλοσυνάτο χαμόγελο, για τρεις ώρες, χωρίς να αποχωρεί κανείς.
Έκπληξη και μάθημα, απτό όραμα και διάψευση ενός «προαναγγελθέντος θανάτου» του Ελληνικού χωριού. Το μυστικό; Κι αυτό ένα μάθημα χωρίς «ίσως». Μια κινητήρια μηχανή είκοσι περίπου νέων- θα μπορούσε να είναι και μεγαλύτερων, οποιασδήποτε ηλικίας- ανθρώπων με καθαρό μυαλό, ενδιαφέροντα και οράματα για την Τέχνη, τον Πολιτισμό και τον τόπο τους, που τα «μετακόμισαν» μαζί με τον εαυτό τους απ’ την Πρωτεύουσα στο χωριό τους. Εκεί που περισσότερο αξίζει. Στη μικρή Περιφέρεια.
Ευτυχής ίσως και μια, προσωπική, «ευθιξία» και εσωτερική αντίληψη των πραγμάτων, που με οδήγησαν πρόθυμα και με χαρά να δεχθώ την πρόσκληση και να είμαι εκεί. Ότι δηλαδή στο μικρό χωριό θα ήταν πιο ζεστά και άξια ν’ αφήσει ένας ποιητής τα μυστήριά του. Έστω και μπροστά σε δέκα ανθρώπους. Γιατί αληθινά δεν περίμενα περισσότερους. Τώρα μπορώ να τους κοιτάζω με θάρρος και χαρά όλους στα μάτια.
Δεν χρειάζεται να με ευχαριστήσουν-αν και φυσικά το έκαναν. Εγώ έ ζ η σ α μαζί τους και μεγάλωσα κι άλλο ψυχικά και πνευματικά. Εγώ χωρίς εκείνους θα ένιωθα μοναξιά. Και με προστάτεψαν. Αλλά και με πέντε ή δέκα μόνο, την ίδια χαρά θα ένιωθα. Γιατί ήταν συναίσθηση και συνείδησή μου πως και για ελάχιστους έπρεπε να πήγαινα. Και να συνεχίσω να πηγαίνω και στις πιο μικρές «φωλιές».
Και κάτι ενδεικτικό. Κάποιος στο τέλος αναφώνησε ενθουσιαστικά: «δεν έβρεξε!». Η Άνοιξη έτσι έγινε πιο χαρούμενη.
Το συνιστώ λοιπόν. Οι πνευματικοί άνθρωποι, οι ποιητές, οι δημιουργοί, οι νέοι αλλά και οι μεγαλύτεροι να προτιμούν το Ελληνικό χωριό. Εκεί πρέπει να ζει και να κινείται η Ελλάδα.
Αφήνω στα χέρια σας μια γνήσια συγκίνηση που, μήνες μετά, επιστρέφει.
(στο facebook μπορείτε να βρείτε την κίνηση «Αντίλαλος» που έχουν δημιουργήσει τα παιδιά, το «Οι Βόμβοι» και ό,τι συμπεριέχει τη λέξη «Τιθορέα». Είναι χρήσιμο).
_____
Θέλω να σημειώσω πως δεν καταχωρώ από την πλευρά μου φωτογραφίες για ευνόητους λόγους.