ΠΑΤΡΙΔΑ / ΠΑΛΑΙΑ ΩΡΟΣΚΟΠΙΑ, ΥΠΑΡΧΕΙ ΘΕΜΑ...ΣΠΑΝΙΑ ΣΤΙΓΜΙΑΙΟ

Posted by Ίδρυμα Ποίησης | Posted in | Posted on 10:33 μ.μ.

0


Πατρίδα

Κανένας δεν αφήνει την πατρίδα του,
εκτός αν πατρίδα είναι το στόμα ενός  καρχαρία
τρέχεις προς τα σύνορα μόνο όταν βλέπεις
ολόκληρη την πόλη να τρέχει κι εκείνη
οι γείτονές σου τρέχουν πιο γρήγορα από σένα
με την ανάσα ματωμένη στο λαιμό τους
το αγόρι που ήταν συμμαθητής σου
που σε φιλούσε μεθυστικά πίσω από το παλιό εργοστάσιο τσίγκου
κρατά ένα όπλο μεγαλύτερο από το σώμα του
αφήνεις την πατρίδα
μόνο όταν η πατρίδα δεν σε αφήνει να μείνεις.
κανένας δεν αφήνει την πατρίδα εκτός αν η πατρίδα σε κυνηγά
φωτιά κάτω απ' τα πόδια σου
ζεστό αίμα στην κοιλιά σου
δεν είναι κάτι που φαντάστηκες ποτέ οτι θα έκανες
μέχρι που η λεπίδα χαράσει απειλές στο λαιμό σου
και ακόμα και τότε ψέλνεις τον εθνικό ύμνο
ανάμεσα στα δόντια σου
και σκίζεις το διαβατήριό σου σε τουαλέτες αεροδρομίων
κλαίγοντας καθώς κάθε μπουκιά χαρτιού
δηλώνει ξεκάθαρα ότι δεν πρόκειται να γυρίσεις.
πρέπει να καταλάβεις
ότι κανένας δε βάζει τα παιδιά του σε μια βάρκα
εκτός αν το νερό είναι πιο ασφαλές από την ξηρά
κανένας δεν καίει τις παλάμες του 
κάτω από τρένα, ανάμεσα από βαγόνια
κανένας δεν περνά μέρες και νύχτες στο στομάχι ενός φορτηγού
τρώγοντας εφημερίδες
εκτός αν τα χιλιόμετρα που ταξιδεύει
σημαίνουν κάτι παραπάνω από ένα ταξίδι.
κανένας δε σέρνεται
κάτω από φράχτες
κανένας δεν θέλει να τον δέρνουν
να τον λυπούνται
κανένας δε διαλέγει τα στρατόπεδα προσφύγων
ή τον πλήρη σωματικό έλεγχο σε σημεία
όπου το σώμα σου πονούσε
ή τη φυλακή,
επειδή η φυλακή είναι ασφαλέστερη
από μια πόλη που φλέγεται
και ένας δεσμοφύλακας το βράδι
είναι προτιμότερα από ένα φορτηγό
γεμάτο άντρες που μοιάζουν με τον πατέρα σου
κανένας δε θα μπορούσε
κανένας δε θα το άντεχε
κανένα δέρμα δε θα ήταν αρκετά σκληρό
για να ακούσει τα:
γυρίστε στην πατρίδα σας μαύροι
πρόσφυγες
βρωμομετανάστες
ζητιάνοι ασύλου
που ρουφάτε τη χώρα μας
αράπηδες με τα χέρια απλωμένα
μυρίζετε περίεργα
απολίτιστοι
κάνατε λίμπα τη χώρα σας και τώρα θέλετε
να κάνετε και τη δική μας
πώς δε δίνουμε σημασία 
στα λόγια 
στα άγρια βλέμματα 
ίσως επειδή τα χτυπήματα είναι πιο απαλά
από το ξερίζωμα ενός χεριού ή ποδιού
ή τα λόγια είναι πιο τρυφερά
από δεκατέσσερις άντρες
ανάμεσα στα πόδια σου
ή οι προσβολές είναι πιο εύκολο 
να καταπιείς 
από τα χαλίκια ή τα κόκκαλα
από το κομματιασμένο κορμάκι του παιδιού σου.
θέλω να γυρίσω στην πατρίδα, 
αλλά η πατρίδα είναι το στόμα ενός καρχαρία
πατρίδα είναι η κάνη ενός όπλου
και κανένας δε θα άφηνε την πατρίδα
εκτός αν η πατρίδα σε κυνηγούσε μέχρι τις ακτές
εκτός αν η πατρίδα σού έλεγε να τρέξεις πιο γρήγορα
να αφήσεις πίσω τα ρούχα σου
να συρθείς στην έρημο
να κολυμπήσεις ωκεανούς
να πνιγείς
να σωθείς
να πεινάσεις
να εκλιπαρήσεις
να ξεχάσεις την υπερηφάνεια
η επιβίωσή σου είναι πιο σημαντική.
κανένας δεν αφήνει την πατρίδα εκτός αν η πατρίδα είναι
μια ιδρωμένη φωνή στο αφτί σου
που λέει
φύγε, 
τρέξε μακριά μου τώρα
δεν ξέρω τι έχω γίνει
αλλά ξέρω ότι οπουδήποτε αλλού
θα είσαι πιο ασφαλής απ' ό,τι εδώ.

Ουaρσάν Σάιρ, Κένυα

 

***

Παλαιά ωροσκόπια

Βεβαιωθείτε κύριε Σιλβέστρε ότι το μαγαζί μου είναι από τα 
καλύτερα.
Δε θέλω να πω το καλύτερο γιατί ό ο υψών εαυτόν ταπεινω-
θήσεται
και κανένας ποτέ δεν ξέρει το είδος και την ώρα της τιμω-
ρίας.
Όταν γεννιόμουν χιλιάδες όντα γεννιόνταν μαζί μου
διορισμένα στη ζωή με δικιά του προθεσμία το καθένα
για έργα μάθηση έρωτα για προσκυνήματα στα μοναστήρια
για ξεκαλοκαιριάσματα στις θάλασσες και στα βουνά
και για τ' ανώτατα αξιώματα της Πολιτείας.
Εγώ φυσικά γεννήθηκα αρσενικός. Με βλέπετε κύριε Σιλ-
βέστρε.
Χάρηκαν οι γονιοί μου και γιόρτασε ο πατέρας μου τη γέν-
νησή μου
πυροβολώντας τρεις φορές στ' αντικρινά κεραμίδια
ενώ τα δέντρα φέγγαν μες στο χιόνι γιατί έζωνε τη γης βα-
ρύς χειμώνας.
Άνθρωποι φώναζαν χαρούμενοι κι ο πατέρας μου
άνοιξε το παράθυρο και κάρφωσε το μάτι του στο πρώτο α-
στέρι
- κι έτυχε εκείνη τη βραδιά να στέκεται στον ουρανό ένα
μονάχα αστέρι
αυτό που λέμε αποσπερίτη.
Φαντάστηκε ο πατέρας μου ότι παρακαλώντας το άστρο
θα συμφωνούσαν για τη μοίρα μου.
Ποιος γονιός δε θέλει το γιο του βασιλιά;
Μα καθώς βλέπεις κύριε Σιλβέστρε δεν έγινα βασιλιάς
μήτε τίποτα παρόμοιο.
Ανεδείχθην βεβαίως εν τη κοινωνία καλός επιχειρηματίας
ένα από τα καλύτερα καταστήματα της πόλεώς μας.
Τάχα αν το άστρο αυτό που λέμε αποσπερίτης
μπορούσε να κατέβει χαμηλά και να μου όριζε συνάντηση
εκεί πίσω απ' τα τελευταία δέντρα
θα πήγαινα ευχαρίστως παρατώντας επί ζημία λίγη ώρα τη 
δουλειά μου
και θα ρωτούσα
γιατί δε λογάριασε τη ματιά του πατέρα μου
την παρακαλεστική ματιά του καημένου του πατέρα μου...

Ανδρέας Καραντώνης